Λεπτά μυστικά για χοντρά παραγάδια
«Αµαρτία εξοµολογηµένη, αµαρτία δεν είναι», λένε οι παλιότεροι. Εξοµολογούµαι λοιπόν και εγώ την αµαρτία µου, ότι δεν ξέρω πολλά πράγµατα από παραγάδια. Το σκάφος µου βλέπετε, δε βολεύει πολύ στο ψάρεµα αυτό, ενώ σε άλλα ψαρέµατα είναι σκέτο αστέρι.
Πριν λίγο καιρό όµως γνώρισα ένα νέο φίλο, έµπειρο παραγαδιάρη, που µε µύησε στο σπορ. «Χοντρό παραγάδι τη µέρα ή τη νύχτα, πάντα µε δύο άτοµα», συνήθιζε να µου λέει, «γιατί σπανίως µπορούµε να αντιµετωπίσουµε τις κακοτυχίες και τις απρόβλεπτες καταστάσεις που συµβαίνουν συχνά στο ψάρεµα αυτό µόνοι µας. Έτσι, µε έπεισε να τον συντροφέψω και τελικά είδε το σπίτι µου ροφούς (ψάρια καθόλου συνηθισµένα για µένα), συναγρίδες (µε συµπεριφορά στο λεβάρισµα τελείως διαφορετική από αυτήν της συρτής), σφυρίδες, µεγάλα σαλάχια και µουγκριά (παρά τις αντίθετες γνώµες πολλών φίλων, δε µπορώ παρά να παραδεχτώ ότι έχουν τη χάρη τους στην κουζίνα και στο πιάτο µας). ∆ε σκοπεύω να σας κουράσω µε λεπτοµέρειες. Άλλωστε, οι ειδικοί στο ψάρεµα αυτό ξέρετε σίγουρα κάτι παραπάνω. Έτσι, θα αρκεστώ σε όσα «µυστικά» έµαθα, και πιστεύω ότι µπορούν να κάνουν τη διαφορά.
Αρµάτωµα
Για να λέγεται «χοντρό», πρέπει το παραγάδι να έχει µάνα 0,90-1,20 χιλ. και παράµαλλο 0,70-0,90. Το βέβαιο είναι ότι η διάµετρος παράµαλλου και µάνας πρέπει να διαφέρει κατά τουλάχιστον δύο ή -ακόµα καλύτερα- τρία µεγέθη (0,20-0,30 mm). Η µάνα χρειάζεται να είναι «σκληρή» για να βραχώνει δυσκολότερα, και το παράµαλλο µαλακό. Τα αγκίστριά µας, ανάλογα πάντα και µε το µέγεθος των ψαριών, πρέπει να είναι 10, 9, 7 ή ακόµα και 5 νούµερο.
Πάντως ένα καλό 9άρι αγκίστρι βγάζει αξιοπρεπώς ότι ψάρι και να µας τύχει, ενώ ανοίγει ευκολότερα και γλιτώνουµε µερικά κοψίµατα στους δύσκολους βυθούς. Το 10άρι από την άλλη, µπορεί να µας δώσει και το µεριδιάρικο φαγκρί για να µη µείνει άδεια η ψησταριά µας. Αν πάντως ανέβουµε σε ακόµη µικρότερο µέγεθος, τότε πάµε για πραγµατικά «χοντρά» ψάρια. Η µάνα αρµατώνεται ανά 6 µέχρι 8 οργιές, βρέχοντάς την πάντα µε λίγο λάδι ανακατεµένο σε νερό. Έτσι οι κόµποι σφίγγουν εύκολα, δε µετακινούνται, αλλά ούτε και λύνονται ποτέ.
Η δουλειά γίνεται πάντα κυριολεκτικά µε το γάντι, γιατί και αυτό βοηθά στο σωστό σφίξιµο των κόµπων. Το µήκος του παράµαλλου είναι µισή οργιά, «ούτε πόντο παραπάνω», λέει ο φίλος µου και εξηγεί: «έτσι θα κουραστεί ο ροφός και δε θα φτάσει το παράµαλλο στο θαλάµι του µε το τράβηγµα. Γενικά, συνηθίζουµε να φτιάχνουµε εργαλεία µε 100-150 αγκίστρια, αλλά είµαστε πάντα έτοιµοι να κόψουµε στο µέγεθος του τόπου που ψαρεύουµε. Συνήθως αυτοί είναι µικροί και χωράνε από τριάντα, µέχρι το πολύ πενήντα αγκίστρια.
∆όλωµα
Το δόλωµα είναι ένα: χταπόδι και µόνο χταπόδι, νωπό ή φρεσκοκατεψυγµένο από εµάς τους ίδιους. Όµως να θυµόσαστε ότι το κατεψυγµένο χταπόδι φουσκώνει, και γίνεται ακατάλληλο για ψάρεµα. Για να το προετοιµάσουµε σωστά, το χοντροκόβουµε και το ρίχνουµε σε βραστό νερό.
Προσοχή! ∆εν το βράζουµε, αλλά το αφήνουµε µέσα στην κατσαρόλα για πέντε λεπτά. Στη συνέχεια αφαιρούµε το πολύ νερό και ρίχνουµε τους ολιούς των χταποδιών, προσθέτουµε αρκετό αλάτι και αφήνουµε το µείγµα να κρυώσει τελείως. Το δολώνουµε αµέσως ή σχεδόν αµέσως, αφού δεν το αφήνουµε στην ψύξη παραπάνω από 3-4 ώρες. Αν δε βρούµε χταπόδι, αρκούµαστε στο µικρό καλαµάρι που δολώνεται ολόκληρο, αλλά το αποτέλεσµα δεν είναι το ίδιο. Αφού τελειώσουµε µε τη δόλωση του χταποδιού, αφήνουµε καµιά δεκαριά αγκίστρια αδόλωτα, αραιά και διάσπαρτα στο παραγάδι µας.
Αν έχουµε χρόνο πριν το ρίξιµο, κάνουµε λίγη καθετή και µαζεύουµε σπαράκια, χάνους και ότι άλλο τύχει. Τα διατηρούµε ζωντανά σε ένα κουβά και δολώνουµε καθώς ρίχνουµε. Ο συνδυασµός ζωντανού και χταποδιού είναι «αχτύπητος» και κυριολεκτικά καµία συναγρίδα δεν τους αντιστέκεται. Αν πάντως δεν έχουµε αρκετό χταπόδι, µπορούµε να δοκιµάσουµε ένα µικτό δόλωµα, µε ολόκληρο ψαροδόλι και όσο χταπόδι καταφέραµε να βρούµε.
Τόπος
Βασικά θα σας πρότεινα «πέτρα και µόνο πέτρα». Καλός είναι όµως και ο µικτός βυθός, µε µεγάλα µονόπετρα ή συστάδες µε βράχια. Στα νέτα σηκώνεις πάντα το παραγάδι σου ακέραιο, αλλά σπανίως παίρνεις ψάρια. Οπότε δεν αξίζει την ταλαιπωρία της δοκιµής…
Ρίξιµο
Αν δε γνωρίζουµε ήδη το βυθό, τον ψάχνουµε µε το βυθόµετρο σε βάθος από σαράντα µέχρι και εκατό το πολύ µέτρα. Μετράµε πάντα το ρεύµα και φροντίζουµε να ρίχνουµε πρίµα προς αυτό, αλλιώς κινδυνεύουµε να γίνει το παραγάδι µας κουβάρι. Ρίχνουµε όσα αγκίστρια χωράει ο τόπος, και αν δούµε άµµο, λάσπη ή τραγανίτσα, κόβουµε τη µάνα χωρίς δισταγµό. Εντοπίζουµε και πάλι πέτρα, και συνεχίζουµε µε τα υπόλοιπα αγκίστρια. Αν µας έχουν µείνει δολωµένα αγκίστρια, τα ρίχνουµε και σε τρίτο τόπο. Στην περιοχή µου, οι τόποι για τα χοντρά παραγάδια χωράνε µέχρι πενήντα αγκίστρια το πολύ. Πιστεύω πάντως, ότι αυτός είναι ο κανόνας για τις περισσότερες Ελληνικές θάλασσες. ∆εν καλάρουµε ποτέ συνεχόµενα, εκτός αν θέλουµε να πάρουµε τα δολώµατα όπως τα ρίξαµε.
Ώρα και διάρκεια παραµονής στο βυθό
Τη µέρα το αφήνουµε µιάµιση ώρα, τη νύχτα λίγο παραπάνω. Οι καλύτερες ώρες για µέρα είναι 9.30-11.00 το πρωί. Αν δεν πάρουµε όσο ψάρι θέλουµε, ρίχνουµε ξανά αµέσως µόλις σηκώσουµε, µε τα ίδια δολώµατα. Έτσι θα πετύχουµε οπωσδήποτε την ώρα που τρώνε τα ψάρια. Το βραδινό ψάρεµα δίνει περισσότερους ροφούς, το ηµερήσιο πιο πολλές συναγρίδες. Αλλά το βραδινό, είναι πολύ πιο µπελαλίδικο και δύσκολο «σπορ», ειδικά αν έχουµε σκαλώµατα.
Μάζεµα
Το µάζεµα γίνεται πάντα χωρίς να δίνουµε µπόσικα, αλλιώς προσφέρουµε στο ροφό την ευκαιρία να µπει στην τρύπα του και στη συναγρίδα να τυλιχτεί στο βράχο (ο ροφός βραχώνει, ενώ η συναγρίδα, τυλίγει το παράµαλλο στο βράχο για να το κόψει, και µένει εκεί, όπως κάνει και το µαγιάτικο). Για το λόγο αυτό, θα προτείνω για άλλη µία φορά κοντά παράµαλλα. Τη βραχωµένη συναγρίδα την παίρνουµε πάντα µε αριστερή στροφή της βάρκας. ∆οκιµάστε το και θα δείτε ότι πετυχαίνει, αφού συνηθίζουν να τυλίγονται πάντα δεξιόστροφα.
Για το βραχωµένο ροφό, επιστρατεύουµε ένα µεγάλο καλαδούρι. Τα περί µαρµάρινης κουλούρα, που πέφτει στη θάλασσα έχοντας τη µάνα του παραγαδιού µας στην τρύπα της, πρέπει να τα ξεχάσουµε. Εκτός αν θέλουµε να «κουρέψουµε» όσα ψάρια πήραµε και να µείνουν να αιωρούνται ανάµεσα στη βάρκα µας και το µακρινό βυθό. Κόβουµε λοιπόν τη µάνα, και τη δένουµε σφιχτά στο καλαδούρι το οποίο πρέπει να είναι λίγο κάτω από το νερό, ώστε να εξασκεί συνεχή πίεση στο ψάρι. ∆ένουµε άλλο ένα καλαδούρι στην επιφάνεια, για να το βρούµε εύκολα στη συνέχεια. Κόβουµε και µερικά αγκίστρια από τα παράµαλλα (συνήθως 2 µε 3), για να έχουµε τράτο και να µπορούµε να τραβήξουµε τη µάνα χωρίς να καρφωθούν τα αγκίστρια στο χέρι µας. Προληπτικά, κάνουµε το ίδιο όταν νιώσουµε ότι το ψάρι που φέρνουµε είναι µεγάλο, και είναι ενδεχόµενο να µας κάνει ισχυρά κεφάλια (ειδικά στην αρχή).
Κατόπιν παίρνουµε το υπόλοιπο παραγάδι µας και επιστρέφουµε µετά από µια-δυο ώρες για να δούµε το αποτέλεσµα. Το πράγµα θέλει υποµονή, αλλά συνήθως το ψάρι βγαίνει. Ποτέ, µα ποτέ, δε λύνουµε τη µάνα από το καλαδούρι. Αυτό το κάνουµε, µόνο αφού το ψάρι «πάρει φούσκα». Αλλιώς κινδυνεύουµε σε ένα απότοµο κεφάλι να χάσουµε τη µάνα, να χάσουµε το ψάρι και να µας µείνει το καλαδούρι στο χέρι. Προσοχή! Το µαχαίρι ή το ψαλίδι µας πρέπει να είναι πάντα πρόχειρα. Και να βάζουµε τη µάνα κατευθείαν στην λεκάνη, ποτέ στα πόδια µας. Οι σκύλοι βρίσκονται παντού, και ένα βίαιο τράβηγµα µπορεί να µας ρίξει στη θάλασσα τυλιγµένους µε τη µάνα του παραγαδιού. Γεγονός που µπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες.
Επίλογος
Μη διστάσετε να δοκιµάσετε το χοντρό παραγάδι. Ένα ή δυο χοντρά ψάρια, αρκούν συνήθως για όλη την παρέα µας. Μην ξεχνάτε όµως να ψαρεύετε πάντα µε προσοχή και σεβασµό στους κανόνες του δύσκολου και απαιτητικού αυτού ψαρέµατος. Μερικούς από τους οποίους µάθαµε και εµείς και σας µεταφέραµε παραπάνω. Καλές θάλασσες σε όλους!