Πολλοί φίλοι υποστηρίζουν, ότι οι τεχνικές των ψαράδων της ακτής είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές των «σκαφάτων», και δεν υπάρχει «κοινός τόπος» µεταξύ τους.
Η πραγµατικότητα βέβαια τους διαψεύδει, και δείχνει πως σχεδόν όλες οι τεχνικές µπορούν να συνδυαστούν, τόσο σε σχέση µε τα εργαλεία που θα χρησιµοποιήσουµε, όσο και από πλευράς γνώσης του τόπου ή ουσίας του ψαρέµατος. Καταρχήν, όποιος θέλει να λέει ότι ψαρεύει και γνωρίζει από ψάρεµα, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να σταχυολογεί τεχνικές και να επιλέγει ορισµένες, παραµερίζοντας ή αποκλείοντας κάποιες άλλες από το «ρεπερτόριό» του.
Καλό είναι να τις γνωρίζει και να προσπαθεί συνέχεια να γίνεται γνώστης των πιο πρόσφατων, είτε αυτές έρχονται από το εξωτερικό, είτε δηµιουργούνται και εξελίσσονται εντός των συνόρων. Επίσης, θέλω να τονίσω πως όταν λέµε ερασιτέχνης ψαράς, εννοούµε αυτόν που ψαρεύει από σκάφος όταν ο καιρός είναι ευνοϊκός, και από την ακτή όταν ο καιρός δε βοηθάει. Με λίγα λόγια, γνωρίζει τις συνθήκες και προσαρµόζεται σε αυτές, για να καταφέρνει να κάνει όσο περισσότερα ψαρέµατα µπορεί.
Είναι λοιπόν προτιµότερο να µιλήσουµε θεωρητικά παρά πρακτικά, και µέσα από ψαρέµατα που έχουµε κάνει, να δούµε πόσο λάθος κρίνουν µερικές φορές κάποιοι φίλοι, ή πόσο σωστά αποφασίζουν άλλοτε κάνοντας τις σωστές επιλογές.
Ψάρεµα από την ακτή
Όσοι ασχολούνται µε τεχνικές από την ακτή έχουν κατά κάποιο τρόπο πιο αθλητικά δεδοµένα, µιας και τα ψαρέµατα που κάνουν είναι σχετικά «ντελικάτα». Μάλιστα, θα µπορούσε κάποιος να πει γενικεύοντας ότι πρόκειται για λάτρεις του ενός και καλού ψαριού. Τα εργαλεία τους είναι κατά βάση ακριβά και πολύ «µελετηµένα» από πλευράς κατασκευής, ικανά να βγάλουν οποιοδήποτε καλό ψάρι στην ακτή µε ασφάλεια.
Το βασικό µειονέκτηµα των παράκτιων ψαράδων είναι ότι ποτέ δε µπορούν να έχουν την απόλυτη γνώση του τόπου, να ξέρουν που βρίσκονται τα ψάρια, πως εκτείνεται το κοµµάτι που ψαρεύουν, τι ψάρια κρατάει, και σε τι βάθη.
Κάποιες γνώσεις βέβαια, αποκτώνται µέσα από συνεχόµενα ψαρέµατα σε ένα συγκεκριµένο τόπο. Σε γενικές γραµµές µιλάµε για σοβαρά ψαρέµατα, µε διάφορες τεχνικές, ικανά να φέρουν τον ψαρά στα όρια της αδρεναλίνης.
Ψάρεµα από σκάφος
Εδώ τα πράγµατα παρουσιάζουν µια µαζικότητα, αφού σε πολλές σύγχρονες τεχνικές δεν είναι ανάγκη ούτε καν να προσελκύσουµε τα ψάρια, ούτε ακόµα να περιµένουµε να τσιµπήσουν στα εργαλεία µας. Τα βλέπουµε στην οθόνη ενός µηχανήµατος, και απλά τους σερβίρουµε τις αρµατωσιές µας.
Τα εργαλεία για ψάρεµα από το σκάφος µπορεί να είναι αρκετά φθηνότερα, αφού µπορείς να πιάσεις µερικά ψάρια απλά µε µία καρούλα και µερικά δολωµένα αγκίστρια. Αυτό όµως δε σηµαίνει πως και εδώ δεν υπάρχουν τεχνικές µε υψηλά στάνταρντς, οι οποίες απαιτούν απόλυτη γνώση και χρήση ποιοτικών εργαλείων.
Η χρήση ηλεκτρονικών βοηθηµάτων στο ψάρεµα από σκάφος, αποτελεί πιστεύω τη µεγάλη διαφορά σε σχέση µε το ψάρεµα από την ακτή.
Συνδυάζοντας τεχνικές
Ο ψαράς της ακτής, έχει ένα περιορισµένο τοπίο µπροστά του για να απλώσει τα εργαλεία του. Εκεί λοιπόν πρέπει να επικεντρωθεί και να προσελκύσει τα ψάρια. Είναι όµως εκεί τα ψάρια ή στοχεύει σε λάθος σηµεία;
Αυτή είναι και η λεπτή γραµµή µεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας: η γνώση του που ακριβώς θα πέσουν τα δολώµατά του. Πολλοί από εσάς γνωρίζετε ότι µία από τις πιο αγαπηµένες µου τεχνικές είναι το παραγάδι. Το παραγάδι, κακά τα ψέµατα, είναι σχολείο στην απόκτηση γνώσης των ψαρότοπων, ενώ ο καλός παραγαδιάρης µπορεί να ξέρει τη γενικότερη θέση των ψαριών ανάλογα µε την εποχή, ειδικά αν µιλάµε για σηµεία µε κύριους «θαµώνες» τους σαργούς, τα λυθρίνια ή τις τσιπούρες.
Αν λοιπόν αυτές οι γνώσεις µοιραστούν µε φίλους παράκτιους ψαράδες, τότε θα δούµε απίστευτα αποτελέσµατα. Και για να γίνω πιο ξεκάθαρος, θα αναφερθώ σε ένα πραγµατικό γεγονός: βγάζω το σκάφος και στο δρόµο της επιστροφής µε το αυτοκίνητο και το τρέιλερ, βλέπω δύο φίλους παράκτιους να ετοιµάζουν τα πράγµατά τους για να κατέβουν σ’ ένα απόκρυµνο σηµείο σε τόπο που λίγες ώρες πριν είχα λεβάρει το παραγάδι.
Μιας και ήµουν κοντά, σταµατώ και πιάνουµε κουβέντα, κατεβαίνοντας στον τόπο. Έχουν έρθει για ψάρεµα µε την τεχνική του rock fishing µου λένε, στοχεύοντας σε σαργούς. Όσο κουβεντιάζουµε, ξεκινούν να βγάζουν καλάµια µακριά, δυνατά και πανάκριβα, αρµατώνουν µε µεγάλα µολύβια και κάνουν τις πρώτες βολές σε απόσταση πάρα πολλών µέτρων από την ακτή.
Η κουβέντα συνεχίζεται και µαθαίνω πως αναζητούν τους µεγάλους σαργούς της περιοχής, µε δολώµατα ολόκληρα µανάκια και φαραώ, σε σηµεία του βυθού µε πλάκες και βάθος γύρω στα 40 µέτρα. Το αποτέλεσµα ήταν βέβαια να µην παίρνουν ούτε τσιµπιά, αφού οι σαργοί απλά δεν ήταν εκεί όπου τους αναζητούσαν. Τους πρότεινα να αλλάξουν τακτική στο ψάρεµά τους και να δοκιµάσουν να ρίξουν σε λίγα µέτρα νερό, δηλαδή σχεδόν κάτω από τα πόδια τους, χωρίς µακρινές βολές και µεγάλα βαρίδια. Ίσα-ίσα ένα µικρό µολυβάκι, ένα κοντό παράµαλλο και ένα αγκίστρι δολωµένο µε κοµµάτι φαραώ ή µάνας.
Προσπάθησα να τους πείσω λέγοντάς τους να αφήσουν τα περισσότερα εργαλεία τους στα βαθιά, αλλά να δοκιµάσουν και στο γιαλό. Πράγµατι οι δύο αρµατωσιές τους δεν πρόλαβαν να ακουµπήσουν καλά-καλά στις πέτρες, και χτύπησαν αµέσως δύο καλοθρεµµένοι σαργοί. Ήταν βέβαια η κατάλληλη ώρα και τα ψάρια βρίσκονταν σε µερικά µέτρα νερό, κάτι που είχα ήδη διαπιστώσει µε το λεβάρισµα του παραγαδιού.
Για αυτό τίποτα δεν είναι πανάκεια, όλα πρέπει να λαµβάνονται υπόψη, όλα να διερευνώνται, και αν χρειάζεται να τίθενται νέες βάσεις, γιατί το ψάρεµα εξελίσσεται µέσα από διαρκή πειραµατισµό και αναζήτηση. Μία άλλη περίπτωση, είναι αυτή του casting µε στόχο ψάρια όπως οι µουρµούρες και οι τσιπούρες. Ιδιαίτερα στο θέµα της µουρµούρας, µεγάλο ρόλο παίζει η ώρα.
Ψαρεύοντας από το σκάφος, έχω πολλές φορές παρατηρήσει ότι ανάλογα και µε την εποχή, νωρίς το πρωί και ειδικά κοντά στο ξηµέρωµα, παρατηρούνται µεγάλες συγκεντρώσεις ψαριών κοντά στην ακτή για αναζήτηση τροφής. Αν αυτό το φαινόµενο συνδυαστεί µε την παραπάνω τεχνική, θα πρέπει να οι βολές να γίνουν σε µικρές αποστάσεις. Στις ίδιες τώρα συνθήκες, αν ξέρουµε ότι ο τόπος κρατάει τσιπούρες, θα πρέπει να συµπεριφερθούµε διαφορετικά.
Η εµπειρία του ψαρέµατος από σκάφος, µας έχει δείξει πως όταν τα νερά είναι χαµηλωµένα, οι τσιπούρες βρίσκονται σε µεσαία βάθη. Όταν όµως αλλάξουν οι συνθήκες και τα νερά ανέβουν, τότε βγαίνουν σε βάθη µέχρι 10-15 µέτρα, ίσως και πιο ρηχά.
Συρτή αφρού – Συρτή βυθού
Τα παραγάδια και οι συρτές είναι το βαρύ πυροβολικό του ψαρέµατος από σκάφος, και ένα πραγµατικό σχολείο για να µάθεις τόπους. Το τελευταίο διάστηµα, κυριαρχεί στην παράκτια ζώνη το ψάρεµα µεγάλων θηραµάτων µε ζωντανό ή νωπό δόλωµα. Σοβαρό ψάρεµα, µε αναγκαίες ιδιαίτερες γνώσεις, χρήση σωστών εργαλείων και σωστή επιλογή των σηµείων που θα ψαρέψουµε.
Η βασική ιδέα της τεχνικής, η αρµατωσιά και η χρήση ζωντανών και νωπών δολωµάτων, προέρχονται από την γνωστή σε όλους µας συρτή βυθού µε µολύβι φύλακα, ένα ψάρεµα το οποίο πραγµατοποιείται από σκάφος και είναι αρκετά αποτελεσµατικό.
Το πρόβληµα σε αυτό το ψάρεµα από την ακτή, είναι πώς θα µεταφέρουµε το δόλωµά µας στα σωστά σηµεία, κάτι το οποίο για πολλούς έχει λυθεί µε τη χρήση µικρών τηλεκατευθυνόµενων σκαφών. Τις περισσότερες φορές όµως δεν ξέρουµε πως εκτείνεται ο τόπος, πού υπάρχουν µονόπετρα, αµµόπλακες για τις σφυρίδες ή οι γνωστοί στηρότοποι µε τα χαρακτηριστικό φύκι, και τα πράγµατα από την ακτή γίνονται κουραστικά.
Βέβαια, η σωστή ενηµέρωση και ο συνδυασµός γνώσεων και στοιχείων του ψαρέµατος από σκάφος µε αυτό από την ακτή, σίγουρα θα αποδώσει καρπούς, αρκεί να καταφέρουµε να µεταφέρουµε τα σηµάδια από τα σκαφάτα ψαρέµατα σε εκείνα της ακτής. Σηµαντικός παράγοντας επιτυχίας, αποτελεί και η χρήση του κατάλληλου δολώµατος. Άλλο το καλαµάρι και άλλο η σουπιά, άλλο το ζωντανό και άλλο το νωπό.
Από κει και πέρα, ο σωστός παράκτιος ψαράς θα πρέπει να εξελίξει την αρµατωσιά του και να την προσαρµόσει στις ανάγκες του ψαρέµατός του. Σε αυτό το σηµείο θα πρέπει να κάνω µία παρατήρηση σχετικά µε την αρµατωσιά. Το διπλαρωµένο παράµαλλο µε τα δύο αγκίστρια (σταθερό-συρόµενο) του φύλακα, δεν είναι απαραίτητο να χρησιµοποιηθεί και στο ψάρεµα από τη στεριά, ούτε να διατηρηθεί το µεγάλο µήκος της.
Το να περιµένεις να χτυπήσει ένα µεγάλο ψάρι σε µία στατική αρµατωσιά, είναι πολύ διαφορετικό από το χτύπηµα σε αρµατωσιά κινούµενη κόντρα στην πορεία επίθεσης του ψαριού, και µε ένα αρκετά µεγάλο µολύβι προσαρµοσµένο σε αυτήν. Σε κάποιο από τα επόµενα τεύχη µπορούµε να προτείνουµε κάποιες τέτοιες αρµατωσιές, που φέρουν το ψάρεµα του ζωντανού σε αυτά τα δεδοµένα του παράκτιου.
Η τεχνική της συρτής, µπορεί να µας διευκολύνει επίσης και στην αναγνώριση των τόπων που βαστάνε αφρόψαρα. Η συρτή αφρού ειδικότερα, θα βοηθήσει να βρούµε π.χ. τους τόπους των µελανουριών. Αν για παράδειγµα ξεκινήσουµε να σέρνουµε µε ελαφριά συρτή από το σκάφος ακολουθώντας την ακτογραµµή και σε µικρή απόσταση από αυτήν, σύντοµα θα µας αποκαλυφθούν τα κοµµάτια µε τα µελανούρια. Ιδιαίτερα τα µελανούρια έχουν τους τόπους τους, και δεν τα βρίσκουµε διάσπαρτα οπουδήποτε κατά µήκος της ακτογραµµής.
Έτσι, µία ακόµα τεχνική του σκάφους µπορεί να γίνει πολύτιµο βοήθηµα για τεχνικές της ακτής, όταν δε θα είναι εύκολο να ρίξουµε το σκάφος στο νερό ή αν θέλουµε να δώσουµε χρήσιµες πληροφορίες σε φίλους παράκτιων τεχνικών (απίκο, εγγλέζικο, µπολονέζ, casting).
Τόποι µε ιδιαιτερότητες
Εκτός όµως από όλες αυτές τις παραπάνω εµπειρίες θα µπορούσαµε να γράψουµε άλλες τόσες. Υπάρχουν λοιπόν και κάποιοι τόποι που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Για να γίνουµε πιο σαφείς, θα εστιάσουµε σε ένα πιο συγκεκριµένο παράδειγµα. Το λυθρίνι δύσκολα προσελκύεται και πιάνεται µε τεχνικές ακτής, και ο βασικός λόγος είναι ότι συνήθως συναντιέται σε βαθιά νερά. Γι’ αυτό µάλιστα θεωρείται ψάρι της καθετής και του παραγαδιού.
Όµως υπάρχουν κοµµάτια τα οποία µπορείς να ανακαλύψεις µε ψαρέµατα από το σκάφος, και βρίσκονται σε µικρές αποστάσεις από την ακτή. Εδώ προσφέρεται στους ψαγµένους παράκτιους ψαράδες µιας πρώτης τάξης ευκαιρία για εξερεύνηση. Στα σηµεία αυτά τα νερά κρεµάνε πολύ απότοµα, και κρατάνε λυθρίνια σεβαστού µεγέθους. Προσωπικά γνωρίζω έναν τέτοιο τόπο, ο οποίος καλύπτει µεγάλη έκταση, παρέχοντας τη δυνατότητα στον παράκτιο ψαρά να χωρέσει αρκετά εργαλεία.
Έτσι, µπορείς από τη στεριά και ενώ το βάθος µπροστά σου είναι ελάχιστα µέτρα νερό, να πιάσεις σηµεία µε βάθος 50-60 µέτρα πετυχαίνοντας µία µέτρια ή κάπως µακρινή βολή. Βέβαια, οι τόποι αυτοί παρουσιάζουν επίσης σηµαντικές δυσκολίες και ιδιαιτερότητες, αφού, αν κατά την ανάκτηση δεν καταλάβεις γρήγορα την απότοµη βυθοµετρική αλλαγή, θα βρεθείς µε πολλές κοµµένες αρµατωσιές.
Και πάλι όµως βλέπουµε πως η µία τεχνική «δένει» όµορφα µε την άλλη, και ανταλλάσοντας τεχνογνωσία και εµπειρίες γίνεται το ψάρεµα πιο αποδοτικό. Το σκάφος λοιπόν σου δίνει τον τόπο, εσύ γνωρίζεις τι αρµατωσιά θα σε εξυπηρετήσει από την ακτή, ξέρεις και τις αδυναµίες του λυθρινιού όσον αφορά στο δόλωµα, οπότε από τη στιγµή που θα τσιµπήσει το ψάρι απλά κρατάς µέσα στο µυαλό σου τις δυσκολίες της διαδροµής προς τα έξω, ώστε να µη µπλεχτείς στο σήκωµα του βυθού.
Πολλά µπορούµε να συνδυάσουµε στα ψαρέµατά µας. Όπως π.χ. το ψάρεµα των καλαµαριών από την ακτή, υιοθετώντας στοιχεία από τη συρτή για καλαµάρια από σκάφος. Καλό πάντως είναι να έχουµε αυτιά και µάτια ανοικτά, ώστε να εξελισσόµαστε συνεχώς.
Το ψάρεµα είναι ένα, και για να µάθουµε να ψαρεύουµε σωστά και να εξασφαλίζουµε το µεζέ µας, θα πρέπει να γνωρίζουµε πολλές τεχνικές και να προσαρµοζόµαστε στις εκάστοτε συνθήκες. Το µόνο σίγουρο είναι πως όσο πιο πολύ βρισκόµαστε στη θάλασσα, είτε στην παράκτια ζώνη, είτε σε σκάφος, τόσο πιο σοφοί θα γινόµαστε σε σχέση µε τις συνήθειες και τα γούστα της.