Η μεγάλη συναγρίδα αποτελεί για πολλούς ψαροκυνηγούς άπιαστο όνειρο, ενώ για άλλους είναι το ψάρι τρόπαιο που η σύλληψή του σου δίνει μπόνους, και σε προβιβάζει στην επόμενη τάξη του μεγάλου σχολείου που λέγεται υποβρύχιο κυνήγι. Αν κάποιος Έλληνας ψαροκυνηγός έχει κάτι να μας πει και να μας αποκαλύψει γι’ αυτό το ιδιότροπο ψάρι, τότε αυτός δεν είναι άλλος από το Δημήτρη Τσέντα.
– Δημήτρη τι είναι αυτό που σε ωθεί να ασχοληθείς με το συγκεκριμένο ψάρι;
Ειλικρινά δεν ξέρω! Μπορώ μόνο: 1) να θυμάμαι, σκηνές από την πρώιμη της «θα κάνω ψαροτούφεκο σοβαρά» περιόδου μου, και 2) να εικάζω (περισσότερο απ’ το «είμαι σίγουρος»), διανύοντάς την ήδη πολλά χρόνια.
Θυμάμαι ας πούμε, τότε που σαργοί, σηκιοί, μελανούρια (σοβαρού μεγέθους), μπαινόβγαιναν στις πέτρες κάτω από τα πέδιλά μου, και δυο-τρεις ροφοί είχαν ήδη πάρει θέση σε θαλάμια προσιτά στις δυνατότητές μου. Όταν έβλεπα στο βάθος συναγρίδες, ήταν σα να μην υπήρχε τίποτε άλλο για μένα. Ακόμα και με 75άρι στο χέρι και το φακό στο άλλο να μ’ εμποδίζει (βασικό στήσιμο ψαροτουφεκά ’90s), έκανα -ή πιο σωστά … προσπαθούσα να κάνω- καρτέρια γι’ αυτά τα κυριαρχικά ψάρια που μου έκλεβαν όλο το κυνηγετικό ενδιαφέρον.
Εννοείται πως αυτό με ώθησε πολύ νωρίς για την εποχή μου να «αποτάξω» το ψάρεμα του φακού, πολύ πριν ζορίσουν νομικά τα πράγματα! Μου ήταν άχρηστος , καθώς ακόμα και συναγρίδες να μην έβρισκα, όλο και κάποιο σοβαρό ψάρι θα έπιανα με τα καρτέρια μου. Νομίζω πως δε μου πάει ιδιοσυγκρασιακά το ψάρεμα στην τρύπα, αν και είμαι πολύ καλός σ’ αυτό! Γενικά στη θάλασσα, έχω παρατηρήσει τον εαυτό μου να έχει μεγαλύτερη «κλίση» σε παραδοσιακούς τρόπους και προσεγγίσεις.
Για παράδειγμα, GPS πήρα όταν κάποτε πέταξε κάποιος κατά λάθος τα τετράδια με τα σημάδια μου -δουλειά χρόνων-, και μάλιστα πρέπει να ήμουν ο τελευταίος από τους γνωστούς μου που το πρόσθεσα στον εξοπλισμό μου! Δεν είναι τυχαίο βέβαια πως και στους αγώνες που πήγαινα, πριν μπουν τα ηλεκτρονικά στο παιχνίδι, ήμουν από αυτούς που είχαν (λόγω ικανότητας) προβάδισμα στις επιλογές του αγώνα!
Κάπως έτσι λοιπόν, πρέπει να βλέπω και το πιάσιμο των ψαριών : μου αρέσει να χρησιμοποιώ το μυαλό μου και τις ικανότητές μου και όχι την τεχνολογία. Ε, η συναγρίδα αποτελεί ψαρευτικά την επιτομή αυτού του τρόπου προσέγγισης. Πόσες φορές θα τη βρει κάποιος τρυπωμένη ή καθιστή; Ελάχιστες ως καμία! Αλλά με εξιτάρει και ο τρόπος που κινείται, πάντα κυριαρχικός και περήφανος, σα να επιλέγει εκείνη πότε θα πιαστεί, κάτι το οποίο σέβομαι και μου αρέσει ιδιαίτερα.
– Είναι δύσκολο ψάρι όπως πιστεύουν πολλοί ή μπορεί να γίνει εύκολα προσβάσιμη στον ψαροκυνηγό με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο;
Για μένα ο τρόπος είναι ένας, το καρτέρι. Όπως είπα και παραπάνω, η συναγρίδα επιλέγει πότε θα ενδώσει στα κόλπα του ψαροτουφεκά! Δε θα πιάσει ποτέ τη συναγρίδα κάποιος, αν δεν είναι η στιγμή και ο τρόπος που πρέπει, όσο και αν προσπαθεί.
Προφανώς αυτή και μόνο η συνθήκη την κατατάσσει στα «δύσκολα» ψάρια. Φυσικά υπάρχουν φορές που δε μπορεί να πιστέψει κάποιος πόσο εύκολα έπιασε μια συναγρίδα, και μάλιστα αυτό είναι που πρέπει να μπορεί να ξεχωρίσει, γιατί σε μελλοντική περίπτωση ίσως τα πράγματα να είναι εντελώς αντίστροφα όσον αφορά στην ευκολία, οπότε χρειάζεται διάκριση και σύνεση.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που κινδύνεψαν, μη μπορώντας να καταλάβουν πως τα ψάρια που σήμερα προσπαθούν με κάθε τρόπο να πιάσουν δε θα τους το επιτρέψουν, ακόμα κι αν πριν λίγες μέρες τα ίδια ψάρια ενέδιδαν χωρίς δυσκολίες! Είναι λεπτή η γραμμή, μα απαραίτητο να υπάρχει στη σκέψη όλων, έμπειρων ή μη…
– Σε τι βάθη την αναζητείς το χειμώνα και σε τι το καλοκαίρι;
Παλιά την αναζητούσα περισσότερο βαθιά, ασχέτως με την εποχή που ψάρευα. Σήμερα, την αναζητώ περισσότερο σε μικρά και μεσαία βάθη.
Ναι, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, με την πάροδο των ετών διαπίστωσα πως ναι μεν βαθιά υπάρχουν ψάρια που μπορεί να είναι λιγότερο ενοχλημένα από τον άνθρωπο, μα εδώ μιλάμε για συναγρίδα! Είναι δυνατόν να πιστεύουμε πως ένα κοπάδι από αυτό το δυνατό, κυριαρχικό, με πελαγίσια συμπεριφορά ψάρι, παραμένει σ’ έναν τόπο στα βαθιά για πάντα; Με τίποτα… Κινείται και μεταφέρεται σε διαφορετικές ζώνες βάθους, ανάλογα με την εποχή, τις συνθήκες του περιβάλλοντός της, τις διατροφικές και αναπαραγωγικές της ανάγκες κλπ.
Άσε που μου αρέσει να διασκεδάζω πια με το ψάρεμα, πράγμα που μπορώ να το κάνω περισσότερο στα μικρά και μεσαία βάθη. Περισσότερες βουτιές, μεγαλύτερος υποβρύχιος χρόνος, άρα περισσότερη ώρα κοντά στα ψάρια, και κατ’ επέκταση περισσότερες πιθανότητες εκτίμησης και προσέγγισης.
– Ποια εποχή θεωρείς καλύτερη;
Θα απαντήσω ανάποδα. Ποια είναι χειρότερη; Το καλοκαίρι! Όταν όλοι πάνε στη θάλασσα, οι συναγρίδες φεύγουν! Δεν τους αρέσει η φασαρία, σίγουρα. Οπότε απλά δε θεωρώ καλή εποχή το καλοκαίρι, αν και πιάνω από καμία που και που. Οι συναγρίδες έχουν καλή στιγμή, όχι καλή εποχή. Κάνουν «ανεβάσματα» κατά τόπους, και μόνο η γνώση της περιοχής, των συνηθειών τους, και ο συνδυασμός εμπειριών μπορούν να γείρουν τη ζυγαριά.
Σίγουρα υπάρχουν στάνταρ παράγοντες: αναπαραγωγικοί, κινήσεις και μετακινήσεις στα μικρόψαρα, ψυχρές και θερμές μετατοπίσεις των μαζών του νερού στον τόπο που ζουν κλπ. Καλό είναι κάποιος που θέλει να πιάνει συναγρίδες, να παρακολουθεί και να παρατηρεί όλες τις λεπτομέρειες στα μέρη που ψαρεύει, και να τις συνδυάζει με τις εικόνες που παίρνει από τα ψάρια.
– Ποια τεχνική προτιμάς να ακολουθείς;
Μου αρέσει να κολυμπώ αποστάσεις καρτερεύοντας παντού, γιατί αυτό μου δίνει περισσότερες δυνατότητες να πετύχω, έστω και κάποια μεμονωμένη συναγρίδα που πολλές φορές κυνηγάει στην περιοχή. Δεν περιμένω (πια) να δω το κοπάδι. Απλά, είμαι εκεί…
Ποτέ να μην περιοριζόμαστε σε κανόνες και σε αυτά που «ξέρουμε»! Αυτό είναι προφανώς και ένας επιπρόσθετος (και ίσως ο σοβαρότερος) λόγος που μου αρέσει αυτό το κυνήγι! Όσα και να ξέρει κανείς, θα έρθουν στιγμές όπου δε θα ισχύει τίποτε από αυτά! Κι όμως, αυτό είναι μάλλον το μεγαλύτερο όπλο μας, και όχι τόσο οι επιδόσεις ή η οπλική μας «επάρκεια». Για να έρθει στην αγκαλιά μας η συναγρίδα, χρειάζεται αυξημένος βαθμός στιγμιαίας αποφασιστικότητας και επινόησης. Μετά έρχονται οι επιδόσεις και η οπλική επάρκεια, ενώ χρειάζονται επίσης ΣΟΒΑΡΗ γνώση των δυνατοτήτων του εαυτού μας ΚΑΙ του όπλου μας! Δεν έχει κανένα νόημα να μιλάμε, αν κάποιος πιέζει τον εαυτό του μόνο και μόνο στη θέα των υπέροχων αυτών ροζ ψαριών που έχουν φέρει πολύ κόσμο στα όριά του (δυστυχώς κάποιοι τα ξεπέρασαν)…
Πρέπει βέβαια, ο καθένας να έχει αξιολογήσει τη ζωή του συνειδητά πριν πάει για ψάρεμα, και να σέβεται πάνω από όλο τον ίδιο του τον εαυτό. Επίσης, δεν έχει νόημα να ρίχνουμε μόλις δούμε ψάρι, χωρίς να υπολογίζουμε πριν από το πάτημα της σκανδάλης ΠΟΥ θα πάει η βέργα! Αυτό ειδικά, είναι κάτι που απέφυγα συστηματικά από την έναρξη της επαγγελματικής μου ενασχόλησης με το χώρο του ψαροτούφεκου ως και σήμερα, και διαπίστωσα ότι για τα προσωπικά μου δεδομένα είναι τραγικά μεγάλο το ποσοστό των ψαροτουφεκάδων που δεν το κατέχουν.
Θέλει λοιπόν εμπειρία και από πλευράς χρήσης του εξοπλισμού μας, πριν πάμε για συναγρίδες. Πρέπει να κάνουμε πολλές βολές με ένα όπλο, πριν πατήσουμε τη σκανδάλη σε κάποιον αξιόλογο ζωντανό στόχο. Πρόσφατα έκανα ένα ρεκόρ με μια συναγρίδα, και κάποιος μου έστειλε έναν πίνακα με τις αναλογίες μεγέθους-ηλικίας των συναγρίδων και σοκαρίστηκα! Σύμφωνα με τον πίνακα, ένα ψάρι 56 εκατοστών είναι περίπου 10 ετών και ένα 89 εκατοστών (λίγο μικρότερο από το δικό μου) 33 ετών! Είναι ή δεν είναι σοκαριστικό; Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να πατάμε τη σκανδάλη με ελαφριά την καρδιά. σε ψάρια που φτάνουν σε τέτοιες ηλικίες, με τέτοιο ρυθμό ανάπτυξης! Καλύτερα να δούμε τα πράγματα απλά και ας βγούμε άψαροι. Κάποια επόμενη φορά μπορεί να είναι όλα ευνοϊκά και να το καταφέρουμε!
Σαφώς! Θυμάμαι για παράδειγμα 20 χρόνια πριν στον Παγασητικό, ήταν άνοιξη και δεν υπήρχε κάβος ή ύφαλος που να μην κατακλύζεται από συναγριδούλες 1,5-4 κιλά. Σήμερα αυτή η εικόνα είναι μόνο στις αναμνήσεις μας. Αυτό είναι λογικό, αφού οι μέθοδοι αλιείας είναι πια άδικες για τα ψάρια!
Όταν οποιοσδήποτε διαθέτει ένα καλό βυθόμετρο και μπορεί να δει με συγκλονιστικές λεπτομέρειες τι βρίσκεται κάτω από το σκάφος του, δε νομίζω πως υπάρχει ευοίωνο μέλλον (άραγε τι έχει να κάνει με το περιβάλλον και το μέλλον του φαίνεται ευοίωνο;). Εμένα δε μου αρέσει καθόλου αυτή η εξέλιξη, και ο τρόπος ψαρέματος όπως διαμορφώθηκε. Τώρα που το σκέφτομαι, ίσως και να είναι μία αντίδρασή μου ότι πηγαίνω πια όλο και περισσότερο χωρίς το σκάφος μου, «απεξωτζής» όπως μου αρέσει να λέω. Και πιάνω και περισσότερες συναγρίδες…!
– Τι θα συμβούλευες τους νέους μας φίλους που επιθυμούν να ασχοληθούν με το ψάρεμά της;
Να έχουν υπομονή. Να παρατηρούν προσεκτικά. Να σέβονται τον εαυτό τους και τα ψάρια. Να μην «εκτροχιάζονται» από επιτυχίες, ούτε από αποτυχίες. Ψάρια είναι! Το ζητούμενο είναι να ξέρει ο καθένας γιατί κάνει αυτό που κάνει. Δε χρειάζονται άσκοπες και τραβηγμένες από τα μαλλιά παρορμήσεις για να φτάσουμε στο στόχο μας. Η θάλασσα είναι κατ’ εξοχήν τόπος που τα διδάσκει αυτά! Πώς να πάμε για ψάρεμα αν έχει 9 μποφώρ; Πώς να πιάσουμε συναγρίδα με ένα μικρό όπλο, αν η συναγρίδα είναι 5 μέτρα και παραπάνω μακριά μας; Η γνώση των ορίων, η εκπαίδευση, μα και τα «φίλτρα» λογικής που η εποχή μας έχει αμβλύνει, βοηθούν σημαντικά σ’ αυτό.
Βλέπει ας πούμε κάποιος όλη μέρα βιντεάκια στο διαδίκτυο και νομίζει πως «έμαθε»! Μα αν ήταν έτσι, θα γινόταν ας πούμε κάποιος … χειρουργός, μόνο και μόνο διαβάζοντας και βλέποντας βίντεο! Η ενασχόληση με το ψαροτούφεκο προϋποθέτει αυτογνωσία και ωριμότητα, που καλό είναι να υπάρχουν κι ας μιλάμε για ένα χόμπυ!
Παγκόσμιο Ρεκόρ Συναγρίδας από τον Δημήτρη Τσέντα
Στην ιστορία γράφτηκε ο πολυνίκης Δημήτρης Τσέντας, δηλώνοντας στην IUSA – International Underwater Spearfishing Association (Διεθνή Ένωση Υποβρυχίου Αλιείας) ένα ψάρι ρεκόρ, μία συναγρίδα 9,5 κιλών πιασμένη με ψαροτούφεκο. Όπως ο ίδιος δηλώνει, ενώ στο παρελθόν είχε πιάσει συναγρίδες μεγαλύτερες από τη συγκεκριμένη, δεν είχε μπει στη διαδικασία να την δηλώσει.
Ο Δημήτρης Τσέντας από το Βόλο, είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας InBlue, και 4 φορές πρωταθλητής Ελλάδος στην Υποβρύχια Αλιεία. Στο κείμενο που συνοδεύει το ρεκόρ στην ιστοσελίδα της IUSA, ο Δημήτρης περιγράφει το τι έγινε: «Εγώ και ο Τάσος, φτάσαμε στην παραλία περίπου 12: 00- 12:30. Κολυμπήσαμε μαζί για μια ώρα 300-400 μέτρα από την ακτή και στη συνέχεια πήγαμε σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Εγώ προτίμησα να πάω βαθύτερα για κάποια agguatos. Μετά από 15-20 καταδύσεις είδα μόνο ένα μικρό μαγιάτικο.
Επίσης είδα μια ουρά συναγρίδας στο όριο της ορατότητάς μου, και μετά από τρεις καταδύσεις ενώ καρτέρευα σε ένα βράχο με ποσειδωνία, μια ομάδα με 4-5 μεγάλες συναγρίδες εμφανίστηκε και έκανα μία καλή βολή στο πλησιέστερη. Το ψάρι ξετύλιξε 15-20 μέτρα από το μουλινέ και στη συνέχεια κατάφερα να το πάρω στα χέρια μου. Επέστρεψα στην παραλία, όπου με περίμενε ο Τάσος.».