Το καλαµάρι, νωπό ή ζωντανό, είναι ο συνδετικός κρίκος της συρτής µας µε τους µεγάλους κυνηγούς. Εξ αιτίας του νόστιµου κρέας τους αποτελούν περιζήτητη τροφή, τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα µικρά ή µεγάλα θαλάσσια αρπακτικά. Κανένας δε µπορεί να αντισταθεί σε ένα τέτοιο «έδεσµα».
Tο ψάρεµά τους πραγµατοποιείται όλο το χρόνο, κορυφώνεται όµως από αρχές Οκτωβρίου έως και τέλη Γενάρη. Τότε αρχίζουν να πλησιάζουν στις ακτές σε µεγάλους αριθµούς και τα βρίσκουµε σε περιοχές αµµώδεις. Που συνορεύουν άµεσα µε φύκια και βράχια. Τα καλαµάρια ζουν, κινούνται και κυνηγούν σε όλο το ύψος της υδάτινης στήλης. Ψαρεύονται µε πολλούς και ποικίλους τρόπους, µε τις ώρες του διατροφικού τους «οίστρου» να ξεκινούν αρκετά πριν το σούρουπο ή το ξηµέρωµα. Επίσης, ψαρεύονται και µε λάµπες, σε όλη τη διάρκεια της νύχτας. Το ψάρεµά τους από τη βάρκα λαµβάνει χώρα κοντά στις ακτές και γίνεται µε τη χρήση τεχνητών δολωµάτων, δηλαδή των καλαµαριέρων.
Η αφθονία κωδικών, σχηµάτων και χρωµατικών συνδυασµών των καλαµαριέρων είναι πραγµατικά αξιοθαύµαστη, όπως επίσης αξιοθαύµαστη είναι και η αποτελεσµατικότητά τους στο ψάρεµα των καλαµαριών. Τις τοποθετούµε σε µικρά παράµαλλα, -συνήθως- κατά τριάδες, όπως ακριβώς στην καθετή, και για τη βύθισή τους χρησιµοποιούµε ένα µικρό µολύβι στο κάτω µέρος της αρµατωσιάς µας. Αν όµως δε µπορούµε να τα ψαρέψουµε, µπορούµε να τα προµηθευτούµε ζωντανά από επαγγελµατίες ψαράδες. Σε σχέση µε τις σουπιές έχουν πολύ µικρή αντοχή και δύσκολα θα τα διατηρήσουµε ζωντανά για µεγάλο χρονικό διάστηµα.
Τα καλαµάρια είναι ακαταµάχητα όταν είναι ζωντανά, παραµένουν όµως ένα εξαίσιο δόλωµα και νωπά. Τα νωπά, πρέπει να είναι πάντα πολύ φρέσκα και να έχουµε φροντίσει να διατηρήσουµε το χρώµα και το δέρµα τους πολύ φυσικά. Γενικά, µοιάζουν πολύ µε το θράψαλο, το οποίο είναι όµως πολύ κατώτερο σε ποιότητα σάρκας και εποµένως υστερεί σε γεύση. Τα δύο είδη ξεχωρίζονται πολύ εύκολα, αφού τα θράψαλα δεν έχουν το κρυστάλλινο ροζ και γαλάζιο χρώµα των καλαµαριών, αλλά ένα µπεζ µε ιριδισµούς.
Πως τα δολώνουµε
Ο τρόπος δόλωσής τους κοινός αφού δολώνονται µε δύο αγκίστρια. Είτε πρόκειται για ζωντανά είτε για νωπά καλαµάρια. Χρησιµοποιούµε πάντα την κλασική αρµατωσιά της συρτής, διπλαρωµένη στο τελευταίο ένα µέτρο της. Το πρώτο αγκίστρι είναι συρόµενο και το δεύτερο σταθερό, και ποικίλλουν ανάλογα µε το µέγεθος του καλαµαριού. Για κοµµάτια µικρού µεγέθους, χρησιµοποιούµε ένα ζεύγος µε µέγεθος 3/0 µπροστά και 4/0 πίσω. Σε καλαµάρια µεσαίου µεγέθους ένα ζεύγος 4/0 και 6/0 είναι ότι πρέπει. Ενώ στα µεγάλα µεγέθη µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε και ακόµη µεγαλύτερα ζεύγη αγκιστριών (6/0-7/0 το πρώτο και 8/0 το τελευταίο) .
Ο τρόπος δόλωσης αρκετά απλός. Ξαπλώνουµε το καλαµάρι σε ένα επίπεδο σηµείο του σκάφους µας και έχοντας την αιχµή του πρώτου αγκιστριού (κινητού) προς τα επάνω. Το περνούµε όσο πιο άκρη µπορούµε στον σάκο του κεφαλόποδου, µε φορά από κάτω προς τα πάνω. Το δεύτερο αγκίστρι (σταθερό), περνιέται µε προσοχή και όσο πιο γρήγορα µπορούµε σε ένα από τα πλοκάµια του. Με φορά αντίθετη του πρώτου, δηλαδή από πάνω προς τα κάτω.
Το νωπό καλαµάρι δολώνεται µε ίδιο τρόπο, µε τη διαφορά ότι το σταθερό αγκίστρι περνιέται µέσα στο κεφάλι και βγαίνει µέσα από τα πλοκάµια του. Για να κρατιέται το δόλωµα σταθερό, να παραµένει το κάτω µέρος του βυθισµένο και να κολυµπά σαν ζωντανό. Τοποθετούµε κοντά στο µπροστινό αγκίστρι ρυµούλκησης ένα µικρό βαρίδι σχήµατος ελιάς και βάρους 15-20 γραµµαρίων. ∆οκιµάζουµε την κινήσή του σε µικρή απόσταση πίσω από το σκάφος, µε ταχύτητα συρτής. Παρατηρώντας και διορθώνοντας εάν χρειάζεται την πλεύση του.
Όπως όλα τα ζωντανά δολώµατα, έτσι και τα καλαµάρια που όπως προείπαµε είναι αρκετά ευαίσθητα. Για την µεταφορά τους στους τόπους ψαρέµατος χρειάζονται ένα δοχείο συνεχούς ανακύκλωσης του θαλασσινού νερού. Ώστε να τους παρέχεται συνέχεια οξυγόνο, να παραµένει σταθερή η θερµοκρασία αλλά και να καθαρίζεται το νερό από τις ποσότητες µελανιού που απελευθερώνουν µέσα στο δοχείο. Στην τεχνική της συρτής µε τη χρήση καταβυθιστή downrigger, το καλαµάρι δολώνεται στην άκρη ενός παράµαλλου µήκους 25 περίπου µέτρων.
Το παράµαλλο πιάνεται στο κλιπ της µπάλας και αφήνεται να βυθιστεί κάνοντας πορεία πίσω από αυτήν. Ακολουθώντας τη διαµόρφωση του βυθού σε ύψος κυµαινόµενο µεταξύ 3 και 6 µέτρων επάνω από αυτόν. Αυτός ο τρόπος ψαρέµατος είναι περισσότερο δηµοφιλής στο ψάρεµα του µαγιάτικου και δίνει πάρα πολλές επιτυχίες. Στην τεχνική όµως µε µολύβι φύλακα είναι το τελειότερο δόλωµα. Γιατί µπορούµε να το διαχειριστούµε καλύτερα χάρη στην χαµηλή ταχύτητα κίνησης.
Χρησιµοποιώντας τα ειδικά, µακριά καλάµια για αυτό το είδος ψαρέµατος και τα επαναστατικά νέα νήµατα. Κατορθώνουµε να «ψάχνουµε» τα φρύδια των διαφόρων ξερών και τις απότοµες κρεµάσεις των βυθών, µε µάνες µικρής διαµέτρου (0,23-0,28 mm) αλλά µεγάλης αντοχής. Κατεβάζοντας τα δολώµατα σε βάθη 60, 70 ή και πολλές φορές περισσότερα µέτρα (ανάλογα µε τα ρέµατα). Χρησιµοποιώντας µικρά σε βάρος ειδικά µολύβια φύλακες 250-350 gr.
Η φυσική παρουσίαση του δολώµατος είναι κυριολεκτικά αδύνατο να µην ξεγελάσει κάθε αρπακτικό που υπάρχει εκεί. Και η άκρως δελεαστική κίνησή του να µην το προκαλέσει να επιτεθεί. Σε κάθε ψάρεµα πρέπει να έχουµε εξασφαλίσει αρκετά δολώµατα. Εκτός από τους µεγάλους κυνηγούς (µαγιάτικα, συναγρίδες, φαγκριά, τσαούσια, βλάχους, σφυρίδες), διάφορα άλλα ψάρια. Όπως πχ. µικρά και µεγάλα σκαθάρια, κοµµατιάζουν αρκετά δολώµατα µε τα συνεχή τσιµπήµατα τους.
Το καλαµάρι είναι ένα δόλωµα το οποίο προσελκύει πολύ εύκολα κοντά του τους µεγάλους θηρευτές. Αλλά από την άλλη πλευρά η εξασφάλιση κατάλληλων σε ποσότητα και ποιότητα δολωµάτων είναι αρκετά δύσκολη υπόθεση. Αφού το ψάρεµά του κορυφώνεται τους χειµερινούς µήνες, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από αρκετό κρύο (ειδικά τις πιο αποδοτικές ώρες, πριν την ανατολή ή τη δύση του ήλιου). Παρόλα αυτά όµως, η τεράστια γκάµα ψαριών στα οποία απευθύνεται και η πλειάδα επιτυχηµένων ψαρεµάτων που εγγυάται. Αξίζει τον κόπο για την εξασφάλισή τους, ζωντανά ή νωπά.