Η συρτή αφρού, αποτελεί αγαπηµένη τεχνική για πολλούς φίλους του σκάφους. Το ίδιο όµως συµβαίνει και για όσους ψαρεύουν µε καγιάκ. Τι πιο όµορφο από το να απολαµβάνουµε την κωπηλασία αναµένοντας το χτύπηµα του αρπακτικού… Πόσο µάλιστα, όταν µία µεγάλη ποικιλία ψαριών µπορεί να τιµήσει τις σαλαγκιές µας.
Μελανούρια, λίτσες, λούτσοι, δράκαινες (αν περνάτε πάνω από αµµουδιές), λαυράκια, κυνηγοί, µανάλια, τονάκια και άλλα κυνηγιάρικα ψάρια, αποτελούν συνήθη αλιεύµατα της συρτής από σκάφος και θα χτυπήσουν σίγουρα, αν βρεθούµε στο κατάλληλο σηµείο, την κατάλληλη στιγµή. Ανάλογα µε τα αναµενόµενα ψάρια, χρειαζόµαστε και τον κατάλληλο εξοπλισµό.
Ταχύτητα συρτής
∆ε χρειάζεται να έχουµε ιδιαίτερες αθλητικές επιδόσεις, για να κινηθούµε µε µια αξιοπρεπή ταχύτητα. Με πολύ «χαλαρό» κουπί, ένα καγιάκ µήκους 3,5 µε 4 + µέτρα µπορεί να πιάσει άνετα τα 2,5 – 3 µίλια, µε λίγο πιο εντατικό τα 3,5 και αν φορτσάρουµε, τα 4,5 µίλια δεν αποτελούν ουτοπία. Τα περισσότερα τεχνητά ψαράκια «δουλεύουν» στα 2 µε 2,5 µίλια, άρα, αν σκεφτούµε πως το καγιάκ είναι αθόρυβο -σε σχέση πάντα µε ένα σκάφος-, τότε έχουµε στα χέρια µας ένα υπερπολύτιµο εργαλείο. Άλλα σηµαντικά προτερήµατα είναι η µεγάλη του ευελιξία και η δυνατότητα προσέγγισης της ακτής, ενώ επίσης δίνει παλµό στο τεχνητό µας, µε τη συνεχή αυξοµείωση της ταχύτητας καθώς κάνουµε κουπί.
Ένα GPS µπορεί να είναι χρήσιµο (αλλά όχι και απολύτως απαραίτητο) για να αντιληφθούµε την ταχύτητα πλεύσης του σκάφους, αλλά και για το υπολογισµό της διανυόµενης απόστασης. Το πηδάλιο της πρύµνης, είναι ιδανικό για να αλλάζουµε πορεία στο σκάφος άµεσα. Χωρίς να ζοριζόµαστε να κρατήσουµε ευθεία πλεύση µε το κουπί. Φυσικά, ένα καγιάκ για ψάρεµα προϋποθέτει καλαµοθήκες, για τη στερέωση των καλαµιών καθώς τραβάµε το τεχνητό µας. Οι καλαµοθήκες της πρύµνης είναι αρκετά καλές, µε µόνο µειονέκτηµα ότι δεν έχουµε άµεση οπτική επαφή µε αυτές. Η φασαρία των φρένων όµως µπορεί να µας ειδοποιήσει για ένα χτύπηµα έγκαιρα, και –ευτυχώς- τα µηχανάκια της συρτής κάνουν αρκετό θόρυβο µόλις το ψάρι επιτεθεί στο δόλωµα και αρχίσει να ξετυλίγει πετονιά.
Για τα µικρότερα µηχανάκια και καλάµια, οι πρόσθετες βάσεις καλαµιών µπροστά µας είναι ότι καλύτερο. Υπάρχουν µάλιστα εταιρίες που κατασκευάζουν εξειδικευµένες βάσεις καγιάκ (τύπου γέφυρα) για δύο ρυθµιζόµενες καλαµοθήκες. ‘Οπως επίσης και βάσεις για GPS, βυθόµετρο, πένσες και λοιπό εξοπλισµό, οι οποίες αφαιρούνται εύκολα, εξασφαλίζοντας το άνετο φόρτωµα του σκάφους στο αµάξι και την απροβληµάτιστη µεταφορά του. Και εδώ το ψυγείο θεωρείται απαραίτητο, ανάλογα πάντα µε τα θηράµατα που µας ενδιαφέρουν και εξαρτάται άµεσα από το διαθέσιµο στη πρύµνη χώρο. Επιπλέον, κάποιες ακόµα καλαµοθήκες προσαρµοσµένες στο ψυγείο, θα φανούν απολύτως χρήσιµες και απαραίτητες για την στερέωση γάντζου ή απόχης.
Σε µια στεγανή τσάντα δεµένη στην πρύµνη µπορούµε να έχουµε το κουτί µε τα ψαρευτικά µας αναλώσιµα. Ενώ ένα πλαστικό κουτί µε τα αγαπηµένα µας τεχνητά θα βρίσκεται ασφαλισµένο µπροστά µας. Ώστε να µπορούµε να αλλάζουµε γρήγορα ψαράκι. Εκεί θα ρίξουµε και µερικές στριφτοπαραµάνες, είδος πρώτης ανάγκης σε κάθε ατυχές περιστατικό. (σκάλωµα του τεχνητού στο βυθό, µπέρδεµα ή κατσάρωµα της µάνας, γδάρσιµο της πετονιάς από τριβή µε βράχο ή δόντια ψαριού). Ακόµα δε θα πρέπει µια πένσα-µυτοτσίµπιδο, γιατί λόγω χώρου, η απόχη που θα έχετε µαζί σας δε µπορεί να είναι ιδιαίτερα µεγάλη. Και αν χτυπήσει κάτι καλό, θα είναι δύσκολο να του βγάλετε τις σαλαγκιές και να το ρίξετε στο ψυγείο.
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζονται οι σαλαγκιές του τεχνητού όταν το ψάρι µπει στο σκάφος. Αφού ταλαντεύονται επικίνδυνα σε κάθε σπαρτάρισµά του, ενέχοντας κίνδυνο τραυµατισµού µας. Γι’ αυτό και αρκετοί kayakers σε περιοχές µε παρουσία µεγάλων ψαριών, έχουν µαζί τους ένα ξύλο σα γουδί. Μόλις φέρουν κάποιο κοντά στο σκάφος, το χτυπούν πίσω από το µάτι τελειώνοντας έτσι τη µάχη του. Ολοκληρώνοντας την αναφορά στον εξοπλισµό ενός ψαρευτικού καγιάκ, αξίζει να πω ότι για τους πιο µερακλήδες υπάρχει στο εµπόριο και δεξαµενή ζωντανού δολώµατος µε ανακυκλούµενο νερό.
Με το GPS ανοιχτό (επιλέξτε ένα στεγανό ή προµηθευτείτε µια στεγανή θήκη για να το προφυλάξετε), αρχίζουµε και κάνουµε κουπί. Όπως είπαµε και νωρίτερα, για ένα καγιάκ µήκους 4 µέτρων τα 2,5 – 3 µίλια βγαίνουν άκοπα και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Πρόκειται για ταχύτητες πλεύσης των τεχνητών που δελεάζουν κυρίως µελανούρια, ζαργάνες, λούτσους, µανάλια, λίτσες και κοκάλια. Ανεβάζοντας λίγο το ρυθµό, φτάνουµε και πάλι µε σχετική ευκολία τα 3,5 µίλια και αν φορτσάρουµε για τα καλά, τα 4,5. Σε αυτό το φάσµα ταχυτήτων τα τεχνητά µας δέχονται βίαιες επιθέσεις από τονοειδή όπως τα ρίκια, οι παλαµίδες και οι ντάσκες. Βέβαια, η κατάλληλη ταχύτητα πλεύσης υπαγορεύεται κυρίως από το είδος του τεχνητού που χρησιµοποιούµε.
Για παράδειγµα, τα σιλικονούχα χελάκια -τα οποία δουλεύουν καλά ιδίως σε µελανούρια και λαβράκια- χρειάζονται µικρότερες ταχύτητες, κάπου µεταξύ 2,5 και 2,8 µιλίων. Όταν «βαπτίζουµε» ένα νέο τεχνητό, καλό είναι να παρατηρήσουµε αρχικά πως δουλεύει.
Ρίχνουµε το ψαράκι στο νερό, χωρίς να σηκώσουµε το πικ-απ του µηχανισµού µας, και κάνουµε κουπί µέχρι να καταλάβουµε σε ποια ταχύτητα «στρώνει» η πλεύση του. Από την ένδειξη του GPS αποκτούµε ένα µπούσουλα για τη βέλτιστη ταχύτητα κίνησης του σκάφους και κατ’ επέκταση του τεχνητού. Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις τα 3 – 3,5 µίλια είναι καλά, κάποια δολώµατα έχουν άλλη συµπεριφορά και δουλεύουν σωστά σε πιο αργές ή πιο γρήγορες ταχύτητες. Η επιλογή του συγκεκριµένου σηµείου αναζήτησης των ψαριών εξαρτάται από την τοποθεσία, τη µορφολογία της ακτής (η οποία µας δίνει πληροφορίες και για την ήπια ή επιθετική εξέλιξη του βάθους ή τη διαµόρφωση του βυθού µπροστά της), την εποχή και το είδος που θα ψαρέψουµε.
Αν γνωρίζουµε ξέρες θα πρέπει να περάσουµε από πάνω τους, ενώ και οι κάβοι θεωρούνται οι καλύτεροι ψαρότοποι. Γενικά, αν υπάρχει λίγο αφρουδιά στο γιαλό, σίγουρα θα υπάρχουν µελανούρια. Ενώ µε τις λαδιές θα ανοιχτούµε λίγο παραπάνω, ψάχνοντας στον ορίζοντα κυνήγια και αναταραχές. Οι γλάροι «µαρτυρούν» πολλές φορές τα σηµεία όπου τα πελαγόψαρα στριµώχνουν και αποδεκατίζουν τα κοπάδια µε το ψιλό στην επιφάνεια.
Στη συρτή αφρού, οι καλύτερες ώρες είναι από το λυκαυγές έως και µία ώρα µετά την ανατολή, καθώς και µισή ώρα πριν τη δύση έως και την πλήρη επικράτηση του σκότους. Αφού εκείνες τις ώρες τα αρπακτικά τρώνε λαίµαργα, χωρίς δισταγµούς και αναστολές. Κανείς άλλωστε δε µπορεί να αµφισβητήσει ότι η αθόρυβη πλεύση του καγιάκ αποτελεί ισχυρό πλεονέκτηµά του και ειδικά σε αυτό το είδος ψαρέµατος πραγµατικά κάνει τη διαφορά.