Ο καιρός καλοσύνεψε για τα καλά, τα δυνατά µποφόρια έχουν και αυτά παραµερίσει, οπότε η εποχή και οι συνθήκες του surf casting δίνουν τη θέση τους στο light casting. Ως γνωστό, η τεχνική του surf casting πραγµατοποιείται κυρίως κατά τους χειµερινούς µήνες, λόγω των άγριων καιρικών συνθηκών που επικρατούν αυτήν την εποχή.
Έτσι, πέραν του βαρύ και χοντροκοµµένου ιµατισµού µας, είναι και ο εξοπλισµός µας επίσης βαρύς, µε χοντρές πετονιές, 35άρες ή και 40άρες, µολύβια µε µεγάλο βάρος, καλάµια µε µεγάλο casting weight, και µηχανισµούς σερφάδικους, της τάξης των 6000 έως και 12000. Τώρα πια όµως, στο προσκήνιο έχει βγει η εποχή του light casting, το οποίο µας παραπέµπει σε ψαρέµατα πιο χαλαρά και ξεκούραστα, έχοντας ως σύµµαχο τις καλές καιρικές συνθήκες και τα υψηλά επίπεδα θερµοκρασιών, που θα δώσουν µεγαλύτερη παράταση της παρουσίας µας δίπλα στη θάλασσα και φυσικά στα ψαρέµατα.
Και φτάνουµε λοιπόν στο µεταβατικό στάδιο του εξοπλισµού µας, που σκοπό έχει την ελάφρυνσή του κατά κάποιο τρόπο. Σίγουρα θα υπάρξουν ερωτήσεις και απορίες οι οποίες έχουν να κάνουν µε το όλο πακέτο το οποίο χρησιµοποιούµε στο surf casting, όπως π.χ. «γιατί να µην το χρησιµοποιήσουµε και στο light casting»; Ή συµπεράσµατα του στυλ «εν ανάγκη ας αντικαταστήσουµε τα µεγάλα µολύβια ή τις άγκυρες µε µικρότερα, και αυτό είναι όλο». Όλα γίνονται! Όµως η διαδικασία ελάφρυνσης του εξοπλισµού, η οποία είναι και ευµετάβλητη, έχει µια σκοπιµότητα ως προς την αποδοτικότητα των ψαρεµάτων µας. Με λίγα λόγια, όσο πέφτουν τα κύµατα, τόσο µεγαλώνει η διαύγεια των νερών και κατά συνέπεια ανεβαίνει σε µεγάλο βαθµό και η καχυποψία των ψαριών.
Κάνοντας µια µικρή αναφορά στον εξοπλισµό του light casting, ο οποίος απαρτίζεται από λεπτά καλάµια µε c.w. το πολύ 130 gr., µηχανισµούς µέχρι 4000 και µισινέζες οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα 0,30 mm, θα δούµε µια εντελώς διαφορετική εικόνα από αυτόν του surf casting. Έτσι, η αντικατάσταση του συνόλου του εξοπλισµού κρίνεται «δυσβάστακτη» από οικονοµικής πλευράς, οπότε κοιτάµε να µεταβάλλουµε τον ήδη υπάρχοντα εξοπλισµό (αν και όπως ανέφερα πριν, η διαδικασία είναι αρκετά ευµετάβλητη).
Τα καλάµια που διαθέτουµε για τα surf casting ψαρέµατά µας, είναι σχετικά σκληρά και ντούρα, είτε αυτά είναι τηλεσκοπικά, είτε τρίσπαστα-δίσπαστα, οπότε το καλύτερο θα ήταν να τα αφήσουµε στην άκρη να ξεκουραστούν και να εφοδιαστούµε µε πιο λεπτά και ευαίσθητα. Επειδή όµως η οικονοµική δυνατότητα όλων µας είναι κάπως δυσχερής αυτή την περίοδο, κρατάµε τα ήδη υπάρχοντα και φροντίζουµε να φτιάξουµε ένα σύνολο το οποίο να είναι προσιτό στην τεχνική του light casting, χρησιµοποιώντας διάφορα τεχνάσµατα.
Οι 35άρες και οι 40άρες πετονιές δεν έχουν πλέον θέση στο εν λόγω ψάρεµα. Το οποίο µπορούµε να πραγµατοποιήσουµε µε µάνα στο µηχανισµό από 0,25 έως 0,28 mm. Επίσης, δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο αν είναι χρωµατιστές ή διάφανες. Αν και οι χρωµατιστές και µάλιστα αυτές µε έντονο χρωµατισµό, θα µας βοηθήσουν στα νυχτερινά ψαρέµατα. Οι περισσότεροι µηχανισµοί της αγοράς, συνοδεύονται από µια δεύτερη µποµπίνα και εκεί είναι που θα τυλίξουµε την πετονιά µας, για να µη χαραµίσουµε τις χοντρότερες από τα χειµερινά µας ψαρέµατα.
Όµως, επειδή οι πετονιές που θα τυλίξουµε είναι σχετικά λεπτές, για να γλιτώσουµε κάποια µέτρα θα ξεκινήσουµε το τύλιγµα µε µια παλιά ή µε κάποια πολύ φθηνή µισινέζα. Έπειτα θα τοποθετήσουµε την υπόλοιπη λεπτή πετονιά, η οποία θα κυµαίνεται γύρω στα 100 µε 150 µέτρα. Όσον αφορά στα παράµαλλα, η χρήση πετονιών fluorocarbon κρίνεται απαραίτητη, και σε νούµερα από 0,20 έως 0,25 θα αποδώσουν τα µέγιστα.
Στο εµπόριο κυκλοφορεί µια πληθώρα µολυβιών, µε τα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούνται να είναι το σχήµα, το βάρος και ο τρόπος προσάρτησής τους πάνω στην αρµατωσιά. Αυτή η κατηγοριοποίηση έχει δηµιουργήσει πολλά µοντέλα, άλλα περισσότερο επιτυχηµένα και άλλα λιγότερο. Ας δούµε µαζί µερικά πολύ γνωστά.
•Μολύβι ελιά: είναι το κλασσικό και πλέον διαχρονικό µολύβι θα έλεγα. Το οποίο µπαίνει περαστό στη µάνα της αρµατωσιάς και προσφέρει µια ιδιαίτερη διακριτικότητα. Ενδείκνυται για το ψάρεµα του σαργού.
•Μολύβι βέλος: έχει πολύ αεροδυναµικό σχήµα και όπως το λέει η ίδια η λέξη, µας βοηθά να επιτύχουµε µακρύτερες βολές, σε συνδυασµό µε κάποιο bait clip. Όπου θα στηρίξουµε το αγκίστρι µε το δόλωµά µας και θα µειώσουµε κατά πολύ την αντίσταση στον αέρα κατά τη διάρκεια της βολής.
•Μολύβι fly: διαθέτει πτερύγια στο πλάι του και βρίσκει εφαρµογή περισσότερο σε βυθούς µε σκαλώµατα. Μιας και έχει την ιδιότητα της γρήγορης ανύψωσης από το βυθό.
•Μολύβι µε δόντια: διαθέτει προεξοχές (δόντια ή spikes) και χρησιµοποιείται κυρίως στο ψάρεµα της µουρµούρας και την αναζήτησή της σε αµµουδερούς βυθούς. Όπου καθώς ανακτούµε πετονιά µε το µηχανισµό, σέρνεται και σκάβει στο βυθό. Δηµιουργώντας µια σχετική νέφωση – θολούρα που διεγείρει την περιέργεια των ψαριών.
Οποιοδήποτε µολύβι και αν διαλέξουµε, το βάρος του θα καθορίζεται πάντα από το casting weight του καλαµιού. Το οποίο διαθέτουµε και θα προσεγγίζει πάντα τα λιγότερα γραµµάρια, για να δέσει αρµονικά στο σύνολο της λεπτής αρµατωσιάς. Αν για παράδειγµα το c.w. του καλαµιού µας είναι 80 – 150, θα επιλέξουµε ένα µολύβι 90 γραµµαρίων.
Χρήση Shock Leader
Επειδή τα περισσότερα καλάµια που διαθέτουµε έχουν µεγάλο c.w., δε µπορούν να δεχτούν µικρά µολύβια. Έτσι, οι λεπτές προς χρήση πετονιές κινδυνεύουν µε σπάσιµο. Οπότε και η χρήση του shock leader κρίνεται απαραίτητη για να διασφαλίσουµε την ακεραιότητα της αρµατωσιάς µας και τη σωµατική ακεραιότητα των γύρω µας. Είναι µέγα λάθος επίσης, αν δεν τοποθετήσουµε shock leader και αρµατώσουµε το καλάµι µας µε κάποιο µολύβι πολύ µικρότερο από το casting weight του καλαµιού. Αφού τη στιγµή της βολής το καλάµι δε θα µπορέσει να φορτίσει, µε συνέπεια να φτάνει η αρµατωσιά µας στο επιθυµητό σηµείο.
Στο light casting συγκαταλέγονται κυρίως ψαρέµατα από παράλια και τις περισσότερες φόρες ψαρέµατα µουρµούρας. Στην περίπτωση αυτή, τα καλάµια του surf casting δε βοηθούν και τόσο στην ανίχνευση των τσιµπιών, γιατί η µουρµούρα θέλει καλάµι µε ιδιαιτέρα ευαίσθητη µύτη. Τη λύση σε αυτήν την περίπτωση θα δώσουν οι οπτικοί ειδοποιητές. Τα λεγόµενα «µαϊµουδάκια», τα όποια τα κρεµάµε στη µάνα, ανάµεσα στα δαχτυλίδια του καλαµιού.
Όσο προχωρούµε σε πιο ζεστές εποχές και καθαρότερα νερά, οι αρµατωσιές µας γίνονται πιο λεπτές και διακριτικές. Τα παράµαλλα δεν ξεπερνούν σε πάχος τα 0,18 χιλιοστά και είναι όλα φτιαγµένα από αόρατη (fluorocarbon) πετονιά. Χρησιµοποιούµε επίσης αγκίστρια µε λεπτό γενικά στέλεχος, για να δολώνονται εύκολα τα λεπτά σκουλήκια που ως επί το πλείστον χρησιµοποιούµε. Οι χάντρες σύνδεσης -όπου χρειάζονται- επιλέγονται διάφανες. Μονάγκιστρα µε ένα µολύβι συρόµενο και άλλες εξειδικευµένες αρµατωσιές, αποδίδουν τα µέγιστα σε συγκεκριµένα ψάρια, τα οποία θα πιαστούν δύσκολα µε άλλες, απλές αρµατωσιές. Στα µεγάλα ψάρια θα δολώσουµε µεγάλα δολώµατα, ανεξαρτήτως µεγέθους αγκιστριού.
Το µολύβι που φέρει δόντια είναι καλό να υπάρχει. Με το ελαφρό τύλιγµα της πετονιάς µας, το µολύβι αυτό «σέρνει» στο βυθό, δηµιουργώντας ένα µικρό συννεφάκι άµµου και µία θολούρα που προσελκύει τις µουρµούρες. Ένα salvanodi ή µια ελαστική χάντρα ανάµεσα στο µολύβι και το στριφτάρι, είναι επίσης επιθυµητά. Το παράµαλλο µπορεί να είναι ένα ή δύο, αλλά µε µικρό σχετικά µήκος (το πολύ 20 εκατοστά).
Για µεγάλα και δύστροπα ψάρια
Η απλή αρµατωσιά είναι που θα µας φέρει τα καλά αποτελέσµατα. Συρόµενο µολύβι ή απλή ελιά κι ένα αγκίστρι µεγέθους ανάλογου µε τα ψάρια που αναζητούµε. Πετονιά ενιαία από το µηχανισµό µέχρι το αγκίστρι (δε χρησιµοποιείται δηλαδή παράµαλλο), που δεν ξεπερνά τα 0,20-0,25 χιλιοστά. Μια χάντρα ανάµεσα σε µολύβι και αγκίστρι προστατεύει τον κόµπο του αγκιστριού.
Πρόκειται για τα γνωστά διπλαράκια, προσαρµοσµένα στα ψάρια και τις καταστάσεις της εποχής. ∆ιάφανες χάντρες σύνδεσης, παράµαλλα από fluorocarbon διαµέτρου 0,14 χιλιοστών και µάνα αρµατωσιάς 0,18 mm, είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά τους. Αγκίστρια µικρά, 6-10 νούµερο, µε λεπτό γενικά στέλεχος.