Το bolognese αποτελεί µία εντελώς διαφορετική τεχνική από αυτήν του εγγλέζικου που περιγράψαµε στα προηγούµενα τεύχη. Αν και πρόκειται για µια τεχνική µε εφαρµογή κυρίως σε λιµάνια και τσιµεντένιους ντόκους. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί εξίσου καλά και σε βράχια-κυρίως όταν υπάρχει θαλασσοταραχή-, στοχεύοντας σε εκλεκτά θηράµατα. Ένα από τα θηράµατα αυτά είναι και ο σαργός! Ας δούµε λοιπόν πως µπορούµε να ψαρέψουµε τον σαργό, κάτω από αυτές τις συνθήκες, χρησιµοποιώντας την τεχνική του bolognese.
Μαλάγρωµα
Ένα πολύ βασικό και κρίσιµο κεφάλαιο στο ψάρεµα του σαργού, είναι ο κατάλληλος τρόπος µαλαγρώµατος στον έντονο καιρό. Μέσα στην ανακατωσούρα των κυµάτων, τα ψάρια κυνηγούν την λεία τους περισσότερο µέσω της όσφρησης. Παρά της όρασης που είναι περιορισµένη. Φανταστείτε δηλαδή, να έχει πιάσει κάπου φωτιά, έξω να έχει συννεφιά, και να φυσάει δυνατός αέρας. Ακόµα και αν δεν είµαστε σε θέση να δούµε την φωτιά, η µυρωδιά του καπνού προδίδει την ύπαρξή της!
Το ίδιο ακριβώς συµβαίνει και µέσα στην θάλασσα όταν επικρατεί θαλασσοταραχή. Οπότε όσο καλύτερη και µυρωδάτη είναι η µαλάγρα µας τόσο περισσότερο αντιληπτή γίνεται και τόσα περισσότερα ψάρια θα συγκεντρώσει. Τι σηµαίνει όµως καλή µαλάγρα; Προσωπικά πιστεύω πως αν µία µαλάγρα είναι επιτυχηµένη. Αυτό δεν το οφείλει µόνο στα καλής ποιότητας συστατικά και στο έντονο άρωµά της. Σίγουρα όµως αποτελεί µεγάλη της αρετή, το πόσο καλά µπορεί να στέκεται σταθερή, στο σηµείο ακριβώς που θέλουµε να µαλαγρώσουµε!
Για το λόγο αυτό, όταν έχουµε έντονες καιρικές συνθήκες, θέλουµε µία µαλάγρα συµπαγή, µε εξαιρετική συνοχή. Η οποία δε θα διαλύεται εύκολα, ενώ συνάµα θα έχει βάρος ικανό να τη συγκρατεί κοντά στον βυθό. Όλα αυτά µπορούµε να τα πετύχουµε πολύ εύκολα. Προσθέτοντας ψιλή άµµο κατά την παρασκευή της. Τέλος, µία εξίσου πολύ καλή λύση είναι να τοποθετήσουµε µαλάγρα µέσα σε τούλι και µε ένα σκοινί να τη βυθίσουµε µπροστά στην ψαρεύτρα µας. Να είστε βέβαιοι ότι, το µόνο που θα διαχέεται θα είναι το άρωµα της µαλάγρας και όχι η ίδια η µαλάγρα!
Εξοπλισµός: γιατί Bolognese και όχι εγγλέζικο;
Ένα βασικό ερώτηµα γεννιέται κατευθείαν στο µυαλό µας. Γιατί να χρησιµοποιήσουµε την τεχνική του bolognese και όχι του εγγλέζικου; Για να µπορέσουµε να βρούµε την σωστή απάντηση, θα πρέπει να εµβαθύνουµε στην λογική της κάθε τεχνικής και να δούµε ποια χαρακτηριστικά τους ταιριάζουν καλύτερα στα σχέδιά µας. Το εγγλέζικο, είναι µία τεχνική που αποσκοπεί στο να µπορέσει ο ψαράς να χρησιµοποιήσει όσο το δυνατόν πιο λεπτό εξοπλισµό. Για το λόγο αυτό, τα συγκεκριµένα καλάµια έχουν συνολικό µήκος από 3,90 έως 4,50 µέτρα. Είναι αρκετά λεπτά και διαθέτουν πολλούς οδηγούς, εξαιρετικά σηµαντικούς για την οµαλή λειτουργία του καλαµιού.
Από την άλλη µεριά, τα καλάµια του bolognese είναι πιο ογκώδη, µε πιο χοντρό στέλεχος, έχουν συνολικό µήκος από 4 έως και 9 µέτρα και συγκριτικά µε τα εγγλέζικα καλάµια. Διαθέτουν πολύ λιγότερους οδηγούς σε όλο το µήκος τους. Στην ουσία πρόκειται για µία εξέλιξη της τεχνικής του απίκο, µιας και στα συγκεκριµένα καλάµια προστέθηκαν οδηγοί. Για να µπορέσουν να συνεργαστούν άριστα µε µικρούς µηχανισµούς. Η εξέλιξη αυτή βοήθησε τους ψαράδες να πραγµατοποιούν ψαρέµατα σε βάθη που ξεπερνούν κατά πολύ το µήκος των καλαµιών. Πράγµα αδύνατον να συµβεί µε τα παραδοσιακά καλάµια του απίκο.
Έχοντας αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά στο µυαλό µας, µπορούµε να ξεχωρίσουµε τα πλεονεκτήµατα του bolognese σε σχέση µε το εγγλέζικο:
• Το µεγαλύτερο συνολικά µήκος των καλαµιών που συνήθως χρησιµοποιούµε (από 5 έως 7 µέτρα), µας βοηθάει να βρισκόµαστε µερικά µέτρα πιο µακριά από το σκάσιµο των κυµάτων. Ενώ παράλληλα αποµακρύνει την πετονιά (µάνα) από τα βράχια, αποφεύγοντας ανεπιθύµητα µπερδέµατα.
• Επιπλέον, το µεγαλύτερο µήκος µας βοηθάει να έχουµε ένα καλύτερο και πιο άµεσο κάρφωµα. Διότι µειώνει κατά πολύ τα τόξα που δηµιουργούνται µεταξύ της µάνας και της αρµατωσιάς εξαιτίας του αέρα!
• Έχοντας ένα πιο βαρύ και στιβαρό σύνολο. Ένα καλάµι bolognese µπορεί να σταθεί πιο καλά σε κόντρα καιρό και να µην επηρεάζεται από τις δίνες του αέρα κατά την διάρκεια του ψαρέµατος.
• Μας βοηθάει στο να παλέψουµε και να «ξεκολλήσουµε» πιο εύκολα και σίγουρα ένα µεγάλο ψάρι από το βραχώδη βυθό.
• Τέλος, ένα από τα πιο σηµαντικά πλεονεκτήµατά του είναι η ευκολία στη ρίψη, εκµεταλλευόµενοι απλά και µόνο το µήκος του καλαµιού. Χαρακτηριστικό που λείπει από ένα καλάµι εγγλέζικου! Και όταν λέµε ρίψη δεν αναφερόµαστε στην απόσταση της βολής. Αλλά στην οµαλή τοποθέτηση της αρµατωσιάς ως σύνολο µέσα στο νερό.
Καταλληλότερες ώρες
Σε αντίθεση µε όσα γνωρίζουµε για όλες τις παράκτιες τεχνικές, ότι δηλαδή οι καλύτερες ώρες είναι το ξηµέρωµα και το σούρουπο. Όταν επικρατεί κακοκαιρία τα πράγµατα είναι εντελώς διαφορετικά! Τα νερά κοντά στην ακτή είναι πολύ πιο οξυγονωµένα λόγω της έντονης αφρούδας. Ενώ µεγάλες ποσότητες µικροοργανισµών ξεθάβονται από το βυθό ή αποσπώνται από τα βράχια, εµπλουτίζοντας τα νερά µε τροφή. Τα ψάρια το γνωρίζουν καλά αυτό, και καµουφλαρισµένα πλήρως µέσα στη θολούρα. Θα προσπαθήσουν να τραφούν όσο το δυνατόν περισσότερο καθ’ όλη την διάρκεια της ηµέρας. Από τις προσωπικές µου εµπειρίες, αρκεί να πω ότι τους καλύτερους σαργούς τους έχω πιάσει µέρα µεσηµέρι. Όταν δηλαδή το ρολόι έδειχνε 12.00 και µετά! Υποµονή λοιπόν, και µην απογοητεύεστε αν περνάει η ώρα και δεν σας έχει τιµήσει κάποιο ψάρι, γιατί ποτέ δεν είναι αργά.
Τόπος
Όπως έχετε ήδη καταλάβει, όταν ψαρεύουµε σαργούς σε έντονες καιρικές συνθήκες, θα τους αναζητήσουµε κυρίως σε βραχώδεις τόπους. Όχι πως είναι αδύνατον να πιάσουµε ψάρια σε λιµάνια ή σε τσιµεντένιους ντόκους. Αλλά την απαιτούµενη αφρούδα θα τη βρούµε κοντά σε βράχια. Εκεί δηλαδή που τα κύµατα εκτονώνονται µε ορµή πάνω στους πέτρινους όγκους. Σε αυτά τα σηµεία βρίσκονται οι φωλιές των ψαριών, και θα τις αφήσουν προσωρινά για να αναζητήσουν την τροφή τους κοντά στην ακτογραµµή!
Το βάθος µπροστά µας δε θα πρέπει να είναι µεγάλο και καλό θα είναι να µην ξεπερνάει τα 5 µέτρα. Τα ψάρια, σε αυτές τις περιπτώσεις κάνουν το λεγόµενο «ανέβασµα». Δηλαδή έρχονται κοντά στο γιαλό και µπορούµε να τα πετύχουµε ακόµα και σε µερικά εκατοστά νερό! Βρείτε ένα άνετο µεγάλο βράχο ο οποίος θα εγγυάται πρώτα από όλα την σωµατική σας ακεραιότητα. Και πραγµατοποιήστε το ψάρεµα κοντά στην ακτογραµµή. Αποτελεί σίγουρα µία άριστη επιλογή!
Δολώματα
Η ενότητα αυτή αποτελεί αναµφισβήτητα τη µεγάλη έκπληξη. Φυσικά, τα διάφορα ζωντανά δολώµατα όπως ακροβάτες, φαραώ, µαύρο θηκαρίσιο, καραβιδάκι µπορούν να µας δώσουν σαργούς. Όµως εγώ προσωπικά προτιµώ τις ζύµες στις συνθήκες αυτές. Οι σαργοί είναι γνωστό ότι αρέσκονται πολύ στην γεύση τυριού, σκόρδου, σαρδέλας και ρέγκας. Οι ζύµες διαθέτουν έντονη γεύση και άρωµα και προσελκύουν τα ψάρια της περιοχής από µακριά. Ενώ αρωµατικά συνδυάζονται άριστα µε την επιλεγµένη µαλάγρα.
Επιπλέον, µπορούµε να επιλέξουµε εµείς την υφή του δολώµατος, κάνοντάς το όσο σκληρό ή µαλακό επιθυµούµε. Ενώ παράλληλα αποφεύγουµε τις τσιµπιές των µικρόψαρων που θα επιτεθούν πιο εύκολα σε ένα λαχταριστό σκουλήκι, δυσκολεύοντας ακόµα περισσότερο το ψάρεµά µας. Τέλος, ένας ακόµα βασικότατος λόγος για να γείρει η πλάστιγγα φανερά προς το µέρος της ζύµης, είναι σαφώς η οικονοµία. Μόλις µε λίγα ευρώ µπορούµε να αγοράσουµε ένα κιλό σαρδέλα και λίγο φρυγανιά τριµµένη και να φτιάξουµε δόλωµα για όλη την ηµέρα!