Πρόλαβα και γνώρισα το Γιώργο Κόροµι, πριν το όνοµα Koro γίνει τόσο πολύ γνωστό στο τηλεοπτικό κοινό.
Συναντηθήκαµε για πρώτη φορά, τυχαία, σε κάποιο κατάστηµα του χώρου, όπου και ανοίξαµε συζήτηση γύρω από τι άλλο, την υποβρύχια αλιεία. Στη συνέχεια γίναµε φίλοι στο facebook, όπου και µέσα από αυτό, κατά καιρούς, ο Γιώργος µε ρωτούσε σχετικά µε τις ηµεροµηνίες για διάφορα σεµινάρια και σχολεία που διοργάνωνα, ώστε αν προλάβαινε, να συµµετείχε σε κάποιο από αυτά.
Κάπου εκεί είχαµε µείνει, όταν ένα βράδυ, χωρίς να παρακολουθώ κάτι συγκεκριµένο στην τηλεόραση, «έπεσα» πάνω στο παιχνίδι του Survivor και ανάµεσα στους συµµετέχοντες αντιλήφθηκα και το Γιώργο.
Γενικότερα, κάθοµαι απέναντι στη «µικρή οθόνη» ελάχιστα, και χωρίς πρόγραµµα, και αυτό συνετέλεσε στο να µην παρακολουθώ την εξέλιξη του παιχνιδιού. Η γνωριµία µου, όµως, µε το Γιώργο, αποτέλεσε το αρχικό κίνητρο για να βλέπω κάποια επεισόδια, ευελπιστώντας, να πέσω σε αυτά που συµπεριελάµβαναν και σκηνές ψαροτούφεκου.
Και ο καιρός πέρναγε και ο Γιώργος προχωρούσε! Εβδοµάδα την εβδοµάδα, µήνα µε το µήνα, παρέµενε στο παιχνίδι, έβγαζε φρέσκα ψάρια και τα προσέφερε απλόχερα στην οµάδα του, και ασφαλώς, αγωνιζόταν!
Τελικά, έφτασε πολύ κοντά στο να κερδίσει το έπαθλο, κι αν µη τι άλλο, προσωπικά ήθελα να το πάρει ένας ψαροτουφεκάς, αλλά δυστυχώς ήταν άλλες «αι βουλαί του Κυρίου».
Γνώµη µου είναι πάντως, πως για το Γιώργο, όπως και για κάθε ψαροτουφεκά που η θάλασσα αποτελεί γι’ αυτόν τρόπο ζωής, ότι το ταξίδι θα µετράει πάντα περισσότερο…
Πάµε, όµως, να δούµε τι µου είπε, ένα Αυγουστιάτικο απόγευµα που συναντηθήκαµε για καφέ στη δική του επιχείρηση, το FONTANA.
– Γιώργο, αρχικά να σε καλωσορίσω στο µοναδικό ελληνικό περιοδικό ψαροτούφεκου, το Spearfishing Magazine. Θα είχε ενδιαφέρον για τους αναγνώστες µας, να κάνεις µια αναδροµή στα πρώτα, παιδικά σου χρόνια…
Γεννήθηκα το 1987 στο Μίσκολτς της Ουγγαρίας, µια πόλη κοντά στη Βουδαπέστη, όπου έζησα και τα πρώτα δύο χρόνια της ζωής µου. Τότε γεννήθηκε και ο αδελφός µου. Στη συνέχεια ήρθαµε στην Αθήνα, όπου και εγκατασταθήκαµε στο Ίλιον και εκεί τελείωσα δηµοτικό, γυµνάσιο και λύκειο.
Η µητέρα µου κατάγεται από την Κρήτη, ένα νησί που αγαπώ ιδιαίτερα, τόσο για τη φυσική του οµορφιά, όσο και για την ιδιοσυγκρασία των ντόπιων κατοίκων.
Ήταν πολύ σηµαντικό ότι από πολύ µικρό, τόσο ο πατέρας όσο και η µητέρα µου, µε έµαθαν να αγαπώ τη φύση. Όσο για την ιδιαίτερη αγάπη και το µικρόβιο για το ψαροτούφεκο, το οφείλω στον πατέρα µου. Τον ακολουθούσα από πολύ µικρός και σε ηλικία 6 ετών κρατούσα ήδη στα χέρια µου ένα καµάκι. Σε ηλικία 10 ετών, είχα το πρώτο µου ψαροτούφεκο, ένα πολύ µικρό αεροβόλο, καθώς και ένα µονοσόρτ από νεοπρέν για να µε κρατάει ζεστό. Κάπως έτσι ξεκίνησα.
– Σε ποια ηλικία και µε ποιο τρόπο, έρχεσαι πιο κοντά µε το ψαροτούφεκο;
Η ουσιαστική µου επαφή µε το ψαροτούφεκο, θα έρθει πολύ αργότερα. Όπως σου είπα παραπάνω, µπορεί να ψάρευα από µικρός, αλλά µε πολύ πρόχειρο εξοπλισµό και χωρίς ακόµη να έχω βρει τους «διαδρόµους» µου. Έτσι λειτούργησα µέχρι και την ηλικία των 15 ετών, χωρίς να έχω καθόλου γνώσεις που αφορούν στην εξέλιξη, όπως την ξέρουµε όσοι αγαπάµε και ακολουθούµε το υποβρύχιο κυνήγι.
Από τα 15 και µετά, η εφηβεία έφερε και άλλα πράγµατα στη ζωή µου, αρχίσαµε να βγαίνουµε έξω µε παρέες τις ηλικίας µου, και όπως ήταν φυσικό, κάπου εκεί διέκοψα την ενασχόλησή µου µε τη θάλασσα.
Το 2014 αποκτώ το καφέ Fontana, στο κέντρο της Αθήνας, Ερµού και Αιόλου, εδώ που πίνουµε τώρα τον καφέ µας φίλε Μάνο. Επίσης, δούλευα παράλληλα και κάποιες σαιζόν στη Μύκονο ως µπάρµαν, από το 2007 έως και το 2015, οπότε διέκοψα και έδωσα όλο µου το βάρος στο δικό µου µαγαζί.
Το 2016, ένας τακτικός θαµώνας του µαγαζιού και πλέον από τα µόνιµα ζευγάρια µου, ο Κώστας Καζανής, γνωρίζοντας από συζητήσεις µας ότι παλαιότερα έκανα ψαροτούφεκο, αρχίζει να µου µιλά για ένα πιο προχωρηµένο κόσµο και να µου αναφέρει συχνά πως υπάρχουν όπλα µονοµπλόκ, πτερύγια ανθρακονηµάτων, λείες στολές και άλλα τέτοια όµορφα που χρησιµοποιούµε.
Η αλήθεια είναι πως συγκινήθηκα. Λόγω του ότι είχα εγκαταλείψει αυτήν την επαφή µε τη θάλασσα, µέσα από τις κουβέντες του θυµήθηκα πόσο όµορφα πέρναγα και πόσο µου έχει λείψει αυτός ο πολύ ποιοτικός τρόπος σωµατικής άθλησης και ψυχικής επαφής.
Κάποια στιγµή, κουβέντα στη κουβέντα, µου πρότεινε να πάµε ένα ψάρεµα µαζί. Εγώ, βέβαια, δεν είχα εξοπλισµό, οπότε κατέβηκα στην αποθήκη και συγκέντρωσα ότι παλιατζούρα βρήκα, ανάµεσα σε αυτές και µια στολή διπλόφοδρη, η οποία είχε σκεβρώσει και είχε γίνει σκέτη «πέτσα», ένα ζευγάρι πλαστικά, κοντά πτερύγια και ένα αεροβόλο. Το αεροβόλο, µιας και πιάνουν τα χέρια µου και έχω µηχανικές γνώσεις, το άνοιξα, επειδή είχε χρόνια να χρησιµοποιηθεί, και του άλλαξα όλα τα Ο-rings.
Έτσι λοιπόν, ξεκίνησα µε το φίλο Κώστα για την πρώτη εξόρµηση, µετά από πολλά χρόνια απουσίας. Πήγαµε στην Πελοπόννησο και πιο συγκεκριµένα στον Κόρφο, κάτι που το θυµάµαι ακόµη έντονα. Εκεί είδα µια πιο καλύτερη πλευρά του ψαροτούφεκου µέσα από τις βουτιές και τον εξοπλισµό του Κώστα, ο οποίος, σηµειωτέον, δεν ήταν και ο πιο εξελιγµένος, απλά ήταν καλύτερος από τον απαρχαιωµένο δικό µου. Από ψάρια δεν πιάσαµε κάτι σηµαντικό, αν και για εµένα, από τότε και µέχρι σήµερα, ποτέ δεν αποτέλεσαν το κύριο στοιχείο για να περάσω όµορφα και να το ευχαριστηθώ.
Εκείνη την ηµέρα είδα κάποια ψάρια, έπιασα ένα γουρουνόψαρο, συναντήθηκα και µε κάποιες µεγάλες τσιπούρες, αλλά λόγω του µικρού αεροβόλου ήταν αδύνατον να τις χτυπήσω. Επίσης, θυµάµαι ακόµη την εικόνα µιας µεγάλης χελώνας καρέτα-καρέτα, µε την οποία διασταυρωθήκαµε και την ακολούθησα για λίγο, θαυµάζοντας την απίστευτη χάρη της πλεύσης της υποβρυχίως.
Όταν κάποια στιγµή βγήκαµε από το νερό, αισθάνθηκα πως µόλις είχε ξεκινήσει η επιστροφή µου σε κάτι που είχα εγκαταλείψει λόγω τρόπου ζωής και υποχρεώσεων. Κοινώς, αισθάνθηκα µεγάλη πώρωση, να στο πω απλά!
Την αµέσως επόµενη µέρα, πέταξα ότι είχα και ξεκίνησα αγορά εξοπλισµού. «Έψησα» και τον Κώστα να το ξεκινήσουµε εντατικά, και πήγαµε µαζί να αγοράσουµε δύο καλές στολές, όπλα κλπ.
Από τότε, ξεκινήσαµε να ψαρεύουµε συντροφικά χειµώνα – καλοκαίρι και να εξελισσόµαστε συνεχώς.
Κάποια άσχετη στιγµή, καθώς συζητούσαµε σε µια συνάντηση που κάνουµε κάθε χρόνο µε φίλους που έχουµε υπηρετήσει αλεξιπτωτιστές στην ίδια µοίρα – 1η Μ.ΑΛ. Μάλεµε-, η κουβέντα ήρθε στο ψαροτούφεκο, και αντιλήφθηκα πως υπάρχει κι άλλος στη παρέα που έτρεφε την ίδια αγάπη µε εµάς για το υποβρύχιο κυνήγι.
Ήταν ο Γιώργος Παπαγεωργίου, ο οποίος ασχολείτο και αυτός, αλλά σε πολύ πιο προχωρηµένο στάδιο και τρέλα. Ήταν, µάλιστα, αυτός που είχε παρακολουθήσει δικό σου σεµινάριο και µου είχε µιλήσει για εσένα Μάνο, και τα όσα προχωρηµένα διδάσκεις επάνω στην αναπνοή και στη χαλάρωση, κάτι που µετά µας έφερε σε επαφή, όπως θυµάσαι.
Μου είπε πολλά πράγµατα που δεν ήξερα και µε προσκάλεσε να πάµε ένα ψάρεµα µαζί µε το φουσκωτό του, για να µου δείξει κάποια πράγµατα. ∆έχτηκα, πήρα και τον Κώστα και πήγαµε στη Μακρόνησο. Εκεί, ουσιαστικά, είδα τι σηµαίνει ποιοτικό ψαροτούφεκο!
– Μετά από την πρώτη, εκείνη, επαφή, µπαίνεις σε µια πιο προχωρηµένη κατάσταση, που σηµατοδοτεί και το οριστικό σου «δέσιµο». Να θεωρήσω πως κάπου εδώ ξεκινά το αληθινό ταξίδι της εξέλιξής σου Γιώργο;
Πολύ σωστά φίλε Μάνο. Ήταν σηµαντική η επαφή µου µε το Γιώργο, από εκείνο το πρώτο ψάρεµα µε φουσκωτό σκάφος. Να φανταστείς πως ενώ είχαµε ξεκινήσει µε τον Κώστα να ψαχνόµαστε, ο καιρός ήταν πολύ λίγος και δεν είχαµε προλάβει να αντιληφθούµε πράγµατα και καταστάσεις.
Για να καταλάβουν και οι αναγνώστες, όταν συνάντησα το Γιώργο, µου είπε πως είχε δει φωτογραφίες µε ψάρια που ανέβαζα και πως δεν ήταν σωστό να ανεβάζω τέτοιες φωτογραφίες, γιατί κάποια από αυτά, απλά δεν τα χτυπάµε λόγω µεγέθους. Επίσης, µε ενηµέρωσε πως δεν ψαρεύουµε το µήνα Μάιο, γιατί απαγορεύεται, κάτι που δεν γνώριζα, όπως και πολλά άλλα.
Επέµενε πολύ στο γεγονός πως πρέπει να έχουµε γνώσεις που αφορούν πρώτα στην ασφάλειά µας κλπ. Ήταν πολλά, λοιπόν, αυτά που δεν ήξερα, και µέσα από τις εξορµήσεις και την επαφή µε το Γιώργο, σταδιακά άρχισα να τα µαθαίνω και να τα αντιλαµβάνοµαι.
– Πιστεύεις ότι η θάλασσα σου έχει δώσει αρετές που χρησιµοποιείς στην καθηµερινότητά σου, και ποιες;
Ασφαλώς και µου έχει δώσει! Η θάλασσα αποτελεί φυσικό περιβάλλον, και ως κάτι τέτοιο, ακολουθεί τους δικούς της ρυθµούς. Όταν εκτίθεσαι µε τον ανθρώπινο χαρακτήρα σου, απέναντι σε συνθήκες που κάποιες φορές είναι ακραίες, αλλάζεις Μάνο. Αλλιώς, αν δεν αντέχεις, σηκώνεσαι και φεύγεις. Αν µείνεις τελικά, αποκτάς αρετές που είναι πρωτόγνωρες. Μία από αυτές είναι η ηρεµία που σου δίνει η θάλασσα.
Σε ακολουθεί στην καθηµερινότητά σου και σε βοηθά να µην τα χάνεις σε στιγµές δύσκολες. Μία επίσης σηµαντική αρετή, είναι το πως λειτουργεί το µυαλό σου. Είναι πιο καθαρό στις δύσκολες αποφάσεις που αφορούν στη ζωή και την καθηµερινότητά σου. Θα µπορούσα να αριθµήσω πολλές, ακόµη, αρετές, αλλά νοµίζω πως για εµένα, αυτές είναι οι σηµαντικότερες…
– Ποια είναι τα αγαπηµένα σου θηράµατα;
Από τα πιο αγαπηµένα, είναι ο ροφός, λόγω της δυσκολίας να τον ανακαλύψεις, πλέον, στην εποχή µας. Στη συνέχεια, η στρατηγική να τον προσεγγίσεις και να τον κρατήσεις στην ιδανικότερη θέση, που θα σου επιτρέψει να πατήσεις τη σκανδάλη. Όµως, ακόµη και εκεί, είναι τόσο απρόβλεπτα τα πράγµατα, αφού µπορεί να κληθείς να ξεβραχώσεις το ψάρι και να µπεις στη διαδικασία να σκεφτείς πώς θα το κάνεις µε τον καλύτερο και ασφαλέστερο τρόπο.
Όλη αυτή η διαδικασία, µε κάνει να ξεχωρίζω αυτό το πανέξυπνο θήραµα από τα υπόλοιπα. Από εκεί και πέρα, λατρεύω και τα πελαγίσια, και κυρίως το µαγιάτικο, για τη δύναµη και την επιβλητικότητά του, καθώς και τη συναγρίδα για την εξυπνάδα και την ταχύτητά της.
– Ξεκινάς για εξόρµηση. Περίγραψέ µου τα συναισθήµατά σου πριν και µετά τη βουτιά.
Πριν τη βουτιά, από την προηγούµενη ηµέρα, µπαίνω στη διαδικασία της ετοιµασίας του εξοπλισµού και αρχίζω να συνειδητοποιώ πως την επόµενη ηµέρα θα βρεθώ εκεί που λατρεύω. Το προηγούµενο βράδυ, αισθάνοµαι σαν µικρό παιδί, γεµάτο ανησυχία και προσµονή.
Αντίθετα, στο τέλος της βουτιάς, όλα έχουν καταλαγιάσει. Ψυχικά νιώθω µία µοναδική πληρότητα. Συζητάω µε το ζευγάρι µου για όλα αυτά που έγιναν και το µυαλό µου γυρνά και πάλι στις ώρες που ψάρευα, µη θέλοντας να γυρίσω στην πραγµατικότητα της καθηµερινότητάς µου.
– Αγαπηµένοι ψαρότοποι;
Σίγουρα όλη η Νότια – Ανατολική πλευρά της Εύβοιας, της οποίας έχουµε ψαρέψει πολλά σηµεία. Επίσης, µου αρέσουν αρκετές τοποθεσίες της Πελοποννήσου. Και βέβαια η Μήλος – Αντίµηλος και γενικότερα κάποια νησιά των Κυκλάδων.
– Περίγραψέ µου το πιο αγαπηµένο υποβρύχιο τοπίο που έχεις βρει και αποτελεί για εσένα το ιδανικότερο σηµείο. Εκεί που θέλεις να βρίσκεσαι κάθε φορά που καταδύεσαι…
Το συνάντησα στο Survivor, στη θάλασσα του Αγ. ∆οµίνικου, όσο κι αν ακουστεί παράξενο. Υπήρχε ένα σηµείο που τα νερά κρεµούσαν απότοµα και κάτω από την αποχή υπήρχαν πολύ µεγάλα ανοίγµατα, στα οποία έµπαιναν ψάρια. Βέβαια, δεν µπορούσα να δω καθαρά τα ψάρια από κάποιο σηµείο και πιο µέσα, γιατί ήταν σκοτεινά, µιας και τα ανοίγµατα εισχωρούσαν βαθιά. Εκεί συνάντησα και τον καρχαρία, αν είχες δει το επεισόδιο Μάνο. Όµως, ο βυθός αυτός βρισκόταν πολύ µακριά από το σηµείο της ακτής που ξεκινούσα, και ήθελα τουλάχιστον δύο ώρες κολύµπι να πάω κι άλλες δύο να γυρίσω. Αυτό, όπως καταλαβαίνεις, είχε σαν αποτέλεσµα να χάνω τη θερµοκρασία µου και να µην µπορώ να ψαρέψω, αφού δεν είχα στολή.
– Στο Survivor περίµενες τη στιγµή που θα σας δώσουν ψαροτούφεκο, ώστε να µπορέσεις να πιάσεις ψάρια για να φέρεις τροφή στην οµάδα σου, αλλά και να ψαρέψεις ταυτόχρονα σε νερά που δεν είχες κολυµπήσει ποτέ;
Κοίτα, ήξερα πως στα προηγούµενα Survivor έδιναν κάποιο κιτ αλιείας, αλλά δεν γνώριζα αν θα έδιναν και σε εµάς. Και βέβαια, αν θα ήµουν ακόµη µέσα στο παιχνίδι όταν µας το έδιναν.
Ωστόσο, αν είδες από το πρώτο επεισόδιο, έφτιαξα ένα αυτοσχέδιο καµάκι, παίρνοντας ένα κοντάρι δύο µέτρα και φτιάχνοντας τη µύτη του πολύ αιχµηρή. Την επόµενη ηµέρα, σηκώθηκα από τις εφτά το πρωί και ξεκίνησα να ψάχνω στα ρηχά για οτιδήποτε θα µπορούσα να βρω. Εντόπισα ένα σαλάχι, το οποίο µετά από πολύ προσπάθεια και γύρω στα 20 µε 25 χτυπήµατα, το έβγαλα. Ήταν κοντά στα δύο κιλά. Χωρίς ακόµη το κιτ εξοπλισµού, τις επόµενες ηµέρες έπιασα και ένα χταπόδι, ένα αστακό και όστρακα…
– Υπήρξαν στιγµές που κινδύνεψες στην προσπάθειά σου να πιάσεις κάποιο ψάρι και αν ναι, τι σε οδήγησε στην υπερβολή;
Πολλές φορές και αυτό συνέβη όσο δεν είχα γνώσεις. Αρκετές φορές µε παρέσυραν ψάρια, παρατείνοντας οριακά την άπνοιά µου. Άλλες φορές, πάλι, το να βουτήξω σε βάθη που για εµένα ήταν υπερβολικά, µε έκαναν να σκεφτώ πως αυτή η ανάδυση µπορεί να ήταν και η τελευταία µου.
Θυµάµαι, επίσης, τη φαινοµενικά απλή περίπτωση µε ένα χταπόδι σε βάθος µόλις τριών µέτρων. Είχε χωθεί σε ένα θαλάµι, στο οποίο αναγκάστηκα να βάλω µέσα το χέρι µου µέχρι τον αγκώνα για να το πιάσω. Όταν τελικά το κατάφερα και πήγα να τραβήξω το χέρι µου, αντιλήφθηκα πως δεν µπορούσα να το βγάλω µε τίποτε από το θαλάµι και ήταν µία στιγµή που πανικοβλήθηκα. Τελικά ζω…
Πιστεύω πως σοβαροί εκπαιδευτές όπως εσύ, κάνουν λειτούργηµα, και όσοι ασχολούνται µε το χόµπι µας, πρέπει να συµµετάσχουν σε τέτοιες προσπάθειες. Νοµίζω πως έχει πολύ µεγαλύτερη σηµασία να κυνηγήσεις την ποιοτική γνώση, από το να δώσεις προτεραιότητα στην αγορά ακριβού εξοπλισµού. Εννοείται πως κάποια στιγµή θα προκύψει η ουσιαστική ανάγκη να αγοράσεις ένα καλό λαστιχοβόλο, πτερύγια κλπ., αλλά η γνώση πρέπει να προηγείται, καθώς είναι δύναµη και παρέχει ασφάλεια, που είναι το κυριότερο.
– Υπάρχει κάποια τεχνική ψαρέµατος που ξεχωρίζεις από τις υπόλοιπες και πιστεύεις ότι αντιπροσωπεύει τον κυνηγό που έχεις µέσα σου;
Όχι. Και το κυνήγι µε ψαχτήρι µού αρέσει, και το καρτέρι και γενικότερα. Μου αρκεί κάθε φορά να εφαρµόζω όποια τεχνική ενδείκνυται, ανάλογα µε το βυθό και τα ψάρια που κυκλοφορούν.
– Ένιωσες φόβο στη θάλασσα µέχρι σήµερα;
Αρκετές φορές. Όπως όταν αντιµετώπισα στιγµές που πέσαµε σε δυνατούς καιρούς ή σε έντονο ρεύµα, όπου δεν µπορείς να κολυµπήσεις και να γυρίσεις στο σηµείο που έχεις ξεκινήσει. Το 2019 είχαµε φύγει µε το Γιώργο για ένα δεκαήµερο στην Αντίπαρο. Στόχος ήταν να πιάνουµε ψάρια και να τρεφόµαστε από αυτά. Όταν, τέλος πάντων, τελείωσαν οι ηµέρες και έπρεπε να γυρίσουµε, η πρόγνωση έδινε εφτά µποφόρ και κατά τόπους οκτώ και παραπάνω.
Παρά το ότι ταξιδεύαµε µε ένα πολύ αξιόπλοο εννιάµετρο σκάφος, ο καιρός ήταν πολύ δύσκολος, µε πολύ ψηλά κύµατα και ανάµεσά τους το χάος. Φυσούσε ένας λυσσαλέος βοριάς, και καθώς έσπαγαν οι κορφές των κυµάτων, το σπρέι µας στράβωνε και δεν µας άφηνε να δούµε τίποτα. Η θάλασσα δεν είναι το φυσικό µας περιβάλλον και εκεί ίσως έρθουν στιγµές να αντιληφθούµε ότι δεν είµαστε τίποτα. Θα πρέπει, λοιπόν, να λαµβάνουµε όλα τα απαραίτητα µέτρα ασφάλειας, τα οποία, βέβαια, είναι θέµα γνώσεων και εµπειριών, όπως είπα και προηγουµένως.
– Φίλε Γιώργο σε ευχαριστώ για τον καφέ, την παρέα καθώς και για τη συνέντευξη που παραχώρησες στους αναγνώστες του περιοδικού. Εµείς θα τα πούµε σε κάποιον επόµενο καφέ, που αλλού, εδώ στο µαγαζί σου, αλλά και σε κάποιο µελλοντικό live στο στούντιο της Pelagic Media, µε ακροατές, όπως πάντα, ψαροτουφεκάδες.
Μάνο ήταν χαρά µου που βρεθήκαµε εδώ στο µαγαζί µου και τα είπαµε. Θα χαρώ πολύ να τα ξαναπούµε σύντοµα, και στο live που προανέφερες, αλλά γιατί όχι, και σε κάποια βουτιά. Θα χαρώ, επίσης, να συναντήσω τους αναγνώστες που τριγυρνούν στο κέντρο και να τα πούµε από κοντά στο Fontana. Να είσαι καλά και να µεταδίδεις τις χρήσιµες γνώσεις σου σε όλους εµάς που αγαπάµε τη θάλασσα και την υποβρύχια αλιεία. Εις το επανιδείν!