Τεχνητό, είναι κάθε µη φυσικό δόλωµα που χρησιµοποιείται για να συλλάβουµε θαλάσσια είδη». Ικανοποιεί ο ορισµός; Μάλλον όχι, αλλά αυτός είναι και δε µπορώ να βρω καλύτερο.
Ας αρχίσουµε λοιπόν να αναλύουµε και να περιγράφουµε τα τεχνητά που εµπίπτουν στον ορισµό αυτό, και χρησιµοποιούνται στη συρτή. Για να µη νοµίσουµε ότι πρόκειται για νέα εφεύρεση, σπεύδω να αναφέρω ότι «Το βιβλίο του Αγίου Αλβανού», του 1400 µ.Χ. (!!! ναι, υπάρχει και είναι γραµµένο από µία µοναχή ονόµατι Τζουλιάνα Μπέρνς), αναφέρεται σε 12 διαφορετικά τεχνητά δολώµατα της κατηγορίας των «µυγών», για ψάρεµα σε ποτάµια. Το πρώτο αποτελεσµατικό τεχνητό για συρτή ήταν ένα κουταλάκι και εµφανίστηκε το έτος 1821, ταυτόχρονα µε την Ελληνική επανάσταση κατά των Τούρκων, αλλά µερικές χιλιάδες µίλια δυτικότερα, στην Αµερική.
Μετά από αυτά τα ολίγα ιστορικά για τη γένεση και την ηλικία των τεχνητών, ας δούµε γιατί αυτά πιάνουν ψάρια, από τόσο παλιά. Το καταφέρνουν λοιπόν διεγείροντας – κυρίως – το διατροφικό ένστικτο των ψαριών, µιµούµενα την τροφή τους και τα χαρακτηριστικά της. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι η ταχύτητα, οι κινήσεις, η µορφή, το χρώµα και άλλες ιδιότητες της φυσικής τροφής. Συλλαµβάνουν επίσης ψάρια, επειδή καταφέρνουν να «ξυπνήσουν» και άλλα ένστικτα, όπως ο µιµητισµός ή ο ανταγωνισµός για τον έλεγχο µιας περιοχής. Όλα αυτά, πρέπει να τα γνωρίζουµε και να τα συνεκτιµούµε όταν ψωνίζουµε ένα τεχνητό για συρτή. Οι κατηγορίες των τεχνητών για συρτή είναι αρκετές, µε διαφορετικές ιδιότητες και συµπεριφορά. Ας τις δούµε λίγο αναλυτικά:
Οι «λούρες» ή «φούντες»
Πρόκειται για µεταλλικές ή πλαστικές κεφαλές, µε µια «φούστα» που συνήθως κρύβει το αγκίστρι. Τελευταία καινοτοµία σε αυτόν τον τύπο των τεχνητών είναι οι µαλακές κεφαλές, οι οποίες απευθύνονται αποκλειστικά σε µεγάλους θηρευτές και µιµούνται καλύτερα τη συµπεριφορά της τροφής τους. Οι λούρες, έχουν δύο υποκατηγορίες, αυτές που κολυµπούν στην επιφάνεια και δηµιουργούν αφρό µε το τράβηγµα τους και αυτές που κολυµπούν σε σχετικά µικρό βάθος, δηλαδή περίπου στο ένα µέτρο κάτω από αυτήν. Η πρώτη υποκατηγορία, απευθύνεται στα ψάρια µε τάση να χτυπούν το δόλωµα στο πλάι, όπως είναι ο ιστιοφόρος της Μεσογείου, το marlin (δεν υπάρχει στα µέρη µας), ο ξιφίας και ο λούτσος. Η δεύτερη, απευθύνεται σε ψάρια µε συνήθεια να επιτίθενται στο τεχνητό από πίσω (όλα τα τονοειδή χτυπούν από το πίσω µέρος του τεχνητού, άσχετα µε το αν αυτό είναι λούρα, σκληρό ή µαλακό τεχνητό). Η συµπεριφορά τους µέσα στο νερό, εξαρτάται κυρίως από το σχήµα της κεφαλής τους. Οι κεφαλές κωνικού σχήµατος κολυµπούν κάτω από την επιφάνεια, σε σχετικά ευθεία γραµµή. Η ταχύτητα µε την οποία τις τραβάµε είναι από έξι µέχρι και δέκα κόµβους, ανάλογα µε το µέγεθός τους.
Αντίθετα, οι κεφαλές µε επίπεδο σχήµα µπροστά, ή µε γωνίες, κολυµπούν στην επιφάνεια ή µπαινοβγαίνουν µέσα και έξω από το νερό και σύρονται µε σχετικά µικρότερες ταχύτητες. Μια υποκατηγορία κεφαλών διαθέτει µικρούς αυλούς, µε αποτέλεσµα να δηµιουργεί δίνες από στροβιλιζόµενο νερό, καθώς αυτό περνά από µέσα τους. Αν πάντως έχουµε για στόχο τα τονοειδή, διαλέγουµε λούρες µε κωνοειδή κεφαλή. Έτσι, αυξάνουµε τις πιθανότητες ενός κτυπήµατος. Οι φούντες, µπορούν να συνδυαστούν µε τα αεροπλανάκια, τα οποία περιγράφουµε παρακάτω. Το µήκος τους µαζί µε τη φούστα, ξεκινά από τα 15 εκατοστά και φτάνει µέχρι και τα 40. Τα µικρότερα µεγέθη «τρώγονται» συνήθως ολόκληρα από τα ψάρια, ενώ τα µεγαλύτερα, δαγκώνονται σε κάποιο µήκος της φούστας τους. Όσον αφορά τα χρώµατα, καθένας έχει τις προτιµήσεις του και τα µυστικά του. Συνήθως, χρησιµοποιούµε λούρες µε έντονα χρώµατα νωρίς το πρωί και αργά το απόγευµα, και πιο «διάφανες» ή µε θαλασσινά χρώµατα κατά τη διάρκεια της ηµέρας. Σε µια µικτή σύνθεση τεχνητών, οι λούρες τραβιούνται από ένα καλάµι στο κέντρο του σκάφους µας, στο δεύτερο µε τρίτο κύµα, δηλαδή σε απόσταση 15-25 µέτρα από αυτό αν είναι µεγάλες, ή σε απόσταση 50 µέτρων αν το µήκος τους είναι µέχρι 20 εκατοστά. Τα φρένα που χρησιµοποιούµε στο τράβηγµά τους, είναι από τρία µέχρι και επτά κιλά, σε συνάρτηση πάντα µε το µέγεθός τους: µεγαλύτερο µέγεθος=> µεγαλύτερο θήραµα=> περισσότερα φρένα.
Τα Μαλακά Τεχνητά
Η κατηγορία αυτή, είναι σχετικά νέα εφεύρεση και µιµείται ένα στόχο, που σε κάθε περιοχή αποτελεί τη συνηθισµένη τροφή των θηρευτών. Έτσι, µπορεί να µοιάζει µε χελιδονόψαρο, καλαµάρι, ζαργάνα, σαρδέλα ή κολιό, είδη τα οποία απαρτίζουν το σύνολο της φυσικής τροφής στη συγκεκριµένη περιοχή. Μερικές φορές, συνδυάζονται µε µια µικρή φούστα στο πάνω µέρος του τεχνητού. Μέσα στο σώµα τους κρύβεται ένα αγκίστρι µεγάλου µεγέθους και όταν δεχθούν επίθεση από ψάρι, συχνά καταστρέφονται. Ο βασικός λόγος που επέβαλλε τη χρήση «µαλακών» τεχνητών, ήταν η συνήθεια του ξιφία να µην παίρνει µε την πρώτη το δόλωµα, αλλά να το χτυπά και µετά να επιστρέφει για να το καταπιεί. Αν λοιπόν το τεχνητό είναι σκληρό, µπορεί το ψάρι να αντιληφθεί ότι δεν πρόκειται για αληθινή τροφή και να µην επιστρέψει.
Τα µαλακά τεχνητά τραβιούνται µε πολύ λίγα φρένα, ίσα-ίσα δηλαδή να µην ξετυλίγεται το νήµα από το καλάµι µας. Αφού χτυπήσει το ψάρι και πάρουµε το καλάµι στα χέρια, καρφώνουµε εφαρµόζοντας τα προρυθµισµένα φρένα στο µηχανισµό µας. Για το λόγο αυτό, στα µαλακά τεχνητά χρησιµοποιούµε µηχανισµούς τύπου lever drag (κινούµενου µοχλού) οι οποίοι επιδέχονται προρύθµιση. Οι µηχανισµοί τύπου star drag, χρειάζονται κάθε φορά νέα ρύθµιση και συνεπώς είναι λιγότερο κατάλληλοι για χρήση µε µαλακά τεχνητά. Η τάξη προρύθµισης των φρένων µας, εξαρτάται από το θήραµα. Ξεκινά από τα τρία και φτάνει µέχρι τα έξι κιλά, αν το ψάρι είναι πάνω από 30 κιλά. Οι ταχύτητες µε τις οποίες σύρουµε είναι σχετικά µικρές, από τους τρεις µέχρι τους πέντε κόµβους.
Τα σκληρά τεχνητά
Αποτελούν την πολυπληθέστερη κατηγορία τεχνητών που χρησιµοποιούµε στην Ελλάδα και χωρίζονται σε τρεις υποκατηγορίες: α) Στα τεχνητά µε γλώσσες µικρού µεγέθους. Οι µικρές γλώσσες βυθίζουν το τεχνητό λίγο κάτω από το νερό, σε βάθος από 80 εκατοστά µέχρι και δύο µέτρα. Όσο µικρότερα είναι τα δολώµατα, τόσο µεγαλύτερη τάση έχουν να βγαίνουν έξω από το νερό, αν έχει κυµατισµό ή δεν είναι καλά ζυγισµένα. Έχει µεγάλη σηµασία λοιπόν το σωστό δέσιµο της πετονιάς στον κρίκο τους, είτε κατευθείαν µε τον κόµπο της Rapala, είτε µε την προσθήκη µιας ανθεκτικής, µικρού όγκου παραµάνας χωρίς στριφτάρι. Το στριφτάρι, γενικά το αποφεύγουµε διότι αποτελεί άλλον έναν ασθενή κρίκο στην αρµατωσιά µας, αλλά και επειδή συµβάλλει στην αστάθεια του τεχνητού, µε το πρόσθετο -έστω και µικρό- µέγεθός του. Η καλύτερη θέση για το τράβηγµα των τεχνητών αυτών, είναι στο πλάι του σκάφους και σχετικά κοντά, σε αποστάσεις από 15 µέχρι και 25 µέτρα. Οι ταχύτητες µε τις οποίες τα τραβούµε, ξεκινούν από τρεις κόµβους για την ελαφριά συρτή, και φτάνουν µέχρι και τους πέντε για συρτές ανοιχτής θαλάσσης. Τα φρένα µας, πρέπει να είναι σχετικά “λίγα”, από µισό µέχρι και τέσσερα κιλά, ανάλογα πάντα µε το µέγεθος του τεχνητού και το θήραµα που στοχεύουµε και αναµένουµε. β) Η δεύτερη υποκατηγορία είναι τα τεχνητά που βουτούν βαθιά (deep diving), µε µεγάλου µεγέθους γλώσσες. Ορισµένα, σύµφωνα µε το µέγεθος της γλώσσας τους, κατεβαίνουν σε βάθος µέχρι και δέκα µέτρα. Και γι’ αυτά, ισχύουν όσα αναφέραµε για το δέσιµο της πετονιάς. Η θέση τους είναι πίσω από το σκάφος, κάτω από τους αφρούς της προπέλας, αλλά µπορούν να τραβηχτούν και από καλάµια στερεωµένα στο πλάι. Στα πλαϊνά καλάµια, η απόσταση των τεχνητών µπορεί να είναι µεγαλύτερη από ότι στην προηγούµενη κατηγορία, και να φτάσει µέχρι τα 50 µέτρα πίσω. Τα φρένα που χρησιµοποιούµε στο τράβηγµά τους, είναι από µισό µέχρι και έξι κιλά, ανάλογα µε το µέγεθος και τη χρήση τους. Τα deep diving τεχνητά, µπορούν να συρθούν µε αρκετά µεγάλες ταχύτητες (µέχρι και επτά κόµβους), ενώ κολυµπούν σε σχετικά ευθεία γραµµή κάτω από το νερό. Αν τοποθετήσουµε τρία µέτρα πριν το τεχνητό ένα κατάλληλο βαρίδι συρτής, µε βάρος περίπου µισό κιλό, η ταχύτητα µε την οποία θα τα τραβήξουµε, µπορεί να ανέβει περισσότερο. Έτσι, µπορούµε να κάνουµε µια σύνθεση σκληρών τεχνητών και λουρών, µε δυνατότητα να τραβηχτεί µε -αρκετά µεγάλες- ταχύτητες µέχρι και δέκα κόµβους. γ) Υπάρχουν τέλος και τα σκληρά τεχνητά χωρίς γλώσσες. Αυτά, συνήθως σύρονται µε τη βοήθεια καταβυθιστή, σε ειδικές συνθέσεις, µε µικρότερες ταχύτητες, οι οποίες δεν ξεπερνούν τους τρεις µε τέσσερις κόµβους. Το κύριο πλεονέκτηµα στον τρόπο αυτό, είναι ότι µπορούµε να ψάξουµε για τους στόχους µας σε βάθη µεγαλύτερα ακόµα και από τριάντα µέτρα, ενώ το µοναδικό µειονέκτηµα εντοπίζεται στην κάλυψη µικρών θαλάσσιων αποστάσεων, λόγω των σχετικά µικρών ταχυτήτων. Η µέθοδος πάντως αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσµατική. Αν είµαστε βέβαιοι για το που βρίσκονται τα ψάρια και τραβήξουµε στο κατάλληλο βάθος, το χτύπηµα είναι σχεδόν βέβαιο.
Οι ακολουθίες δολωµάτων (daisy chains)
Αρχικά τις ακολουθίες δολωµάτων αποτελούσαν νωπά, φυσικά δολώµατα, όπως φρίσσες ή καλαµάρια. Σήµερα, σχηµατίζονται από µια σειρά συνθετικών καλαµαριών. Το τελευταίο δόλωµα, είναι συνήθως αρµατωµένο µε ένα µεγάλο αγκίστρι. Το θήραµα επιτίθεται στην ακολουθία των δολωµάτων, και συλλαµβάνεται από το αρµατωµένο µέλος της. Αν δεν είναι αρµατωµένη, το ψάρι στρέφεται σε ένα από τα υπόλοιπα αρµατωµένα τεχνητά που τραβά το σκάφος, και συλλαµβάνεται από αυτό. Οι ακολουθίες δολωµάτων σύρονται µακρύτερα από τα υπόλοιπα τεχνητά, γύρω στα 50-60 µέτρα από το σκάφος µας. Λόγω της ταχύτητάς µας, η οποία εξαρτάται από τη σύνθεση των υπολοίπων τεχνητών, ακόµη και αν έχουν βαρίδι στο τελευταίο δόλωµα, οι ακολουθίες άλλοτε βυθίζονται ελαφρά και άλλες φορές δηµιουργούν αφρούς, πλέοντας στην επιφάνεια. Έτσι, έλκουν τους µεγάλους θηρευτές, είτε προς το µέρος τους, είτε προς το µέρος των υπολοίπων τεχνητών, τα οποία τραβάµε σε µικρότερη απόσταση πίσω µας.
Τα κοροιδευτήρια (teasers) και οι µπάρες τεχνητών
Πρόκειται για συνδυασµούς µεταλλικών µπαρών µε πολλά τεχνητά (συνήθως πλαστικά καλαµαράκια) και ιδιαίτερο ρόλο στη σύλληψη των ψαριών, καθώς οδηγούν τους µεγάλους θηρευτές στα υπόλοιπα δολώµατα που τραβάµε. Συνήθως δε φέρουν αγκίστρια, δηλαδή δεν είναι αρµατωµένα. Σε αρκετές περιπτώσεις, µπροστά από τις µπάρες προηγούνται αεροπλανάκια, δηλαδή τεχνητά µε σχήµα αεροπλάνου, τα οποία δηµιουργούν αφρό µε τα φτερά τους και διεγείρουν τα ψάρια. Οι µπάρες τεχνητών, σύρονται σε µικρή απόσταση από το σκάφος, συνήθως 15-20 µέτρα. Τις τραβούµε στο ίδιο ύψος ή και ακόµα πιο κοντά από το πλησιέστερο τεχνητό µας. Τόσο στις µπάρες, όσο και στις ακολουθίες δολωµάτων, όλα τα τεχνητά είναι συνήθως του ίδιου µεγέθους και χρώµατος. Έχει παρατηρηθεί ότι αυτό δεν επηρεάζει τη συµπεριφορά των µεγάλων θηρευτών. Γενικά τα κοροϊδευτήρια, έχουν µεγαλύτερη επίδραση σε ψάρια της επιφάνειας, όπως marlin, wahoo (µεγάλα σκοµβροειδή των τροπικών και υποτροπικών θαλασσών) και ξιφίες, και έτσι δε συνηθίζονται πολύ στη Μεσόγειο. Θα ολοκληρώσουµε µε µια σειρά κανόνες, τους οποίους πρέπει να ακολουθούµε άσχετα µε τη σύνθεση των συρόµενων τεχνητών:
Το µέγεθος των τεχνητών µας και η ταχύτητα έλξης τους. Ένας εµπειρικός αλλά αξιόπιστος κανόνας, είναι ότι κάθε είδους τεχνητό πρέπει να τραβιέται µε ταχύτητα ενός κόµβου, για κάθε 2,5 εκατοστά µήκους του. ∆ηλαδή, ένα τεχνητό µήκους 9 εκατοστών, έχει καλή πλεύση αν τραβιέται µε 9/2,5=3,6 κόµβους. Όµοια, η βέλτιστη ταχύτητα πλεύσης ενός τεχνητού 16 εκατοστών είναι περίπου 6 κόµβοι κλπ. Ο κανόνας είναι εµπειρικός µεν, λειτουργεί και αποδίδει καλά δε, οπότε µπορεί να χρησιµοποιηθεί σε όλα τα τεχνητά, αν ο κατασκευαστής τους δεν ορίζει διαφορετική ταχύτητα τραβήγµατός τους. Η απόσταση του τεχνητού από το σκάφος. Όσο πιο κοντά στο σκάφος µας το τραβάµε, τόσο µικρότερη είναι η πίεση που εξασκεί το παράµαλλο στη γλώσσα του, µε αποτέλεσµα τα δόλωµα να κολυµπά φυσικότερα και βαθύτερα. Ας προσέξουµε όµως να µην το παρακάνουµε…
Η διάµετρος του παράµαλλού µας. Όσο µεγαλύτερη διάµετρο έχει το παράµαλλό µας, τόσο λιγότερο µήκος πρέπει να χρησιµοποιούµε, για να µη «σκοτώνουµε» την κίνησή του.
Πρέπει να επιδιώκουµε να διατηρούµε τις µικρότερες δυνατές γωνίες µεταξύ της πετονιάς ή του νήµατος και της επιφάνειας του νερού. Οι καλαµοθήκες µας, βρίσκονται συνήθως στις ψηλές κουπαστές του σκάφους και τα καλάµια ψαρεύουν µε αµβλείες γωνίες. Ένα έξυπνο κόλπο για να «οξύνουµε» τις γωνίες αυτές, είναι να τοποθετήσουµε το νήµα µας σε ένα απελευθερωτή, όπως αυτόν που χρησιµοποιούµε στους καταβυθιστές (downriggers). Τον απελευθερωτή, τον έχουµε αναρτήσει σε ένα σηµείο χαµηλά στην κουπαστή τους σκάφους µας, όσο το δυνατόν πιο κοντά στο νερό. Με χρήση απελευθερωτή, η γωνία µε το νερό θα είναι πολύ οξεία.
Πρέπει να αποφεύγουµε να τραβάµε τα τεχνητά µας µέσα στις δίνες που δηµιουργεί η προπέλα του σκάφους. Η καλύτερη θέση για να ψαρεύουν τα δολώµατα αποτελεσµατικά, είναι κάτω από αυτές ή παράλληλα µε τους αφρούς, αλλά σχετικά µακριά. Αν έχουµε δύο µηχανές, τραβάµε στη σχετικά ήρεµη λωρίδα θάλασσας που δηµιουργείται ανάµεσα τους.
Επίλογος
Είδαµε ότι έχουµε µια µεγάλη ποικιλία τεχνητών για συρτή, από την οποία µπορούµε να επιλέξουµε και να δηµιουργήσουµε µια αποτελεσµατική σύνθεση, ανάλογα µε τα επιθυµητά θηράµατα, το σκάφος µας και τα χαρακτηριστικά του. Στις ειδικές αυτές συνθέσεις, θα αναφερθούµε σε ένα επόµενο τεύχος του περιοδικού. Μέχρι τότε, καλές θάλασσες.