Τα καλαµάρια έχουν κάνει δυναµική την παρουσία τους σε όλα τα βάθη, και τα ψάρια έχουν εθιστεί σε αυτά. Αυτό σηµαίνει ότι το καλαµάρι αποτελεί αυτήν την εποχή το νούµερο ένα δόλωµα. Οπότε αν ο ψαράς θέλει να έχει επιτυχίες, πρέπει να είναι εφοδιασµένος µε µερικά κοµµάτια.
Άλλωστε, η εύρεσή τους δεν είναι πρόβληµα, αφού το πρωί, µε το ξεκίνηµα του ψαρέµατός του, µπορεί να αφιερώσει ένα τεταρτάκι για να πιάσει κάποια, ολόφρεσκα και ζωντανά. Το πώς θα τα αξιοποιήσει στη συνέχεια, είναι θέµα καθαρά προσωπικό. Μιας και ο καθένας µας καθορίζει τον τρόπο ψαρέµατός του ανάλογα µε τις προτιµήσεις του. Εµείς σε αυτό το άρθρο, θα ασχοληθούµε µε το ψάρεµα των µεγάλων σκαθαριών µε την τεχνική του τένυα.
Το γιατί να ασχοληθούµε µε την τεχνική του τένυα και όχι µε την απλή καθετή, είναι ένα ερώτηµα που απασχολεί αρκετούς φίλους. Οι οποίοι δεν έχουν καταπιαστεί αρκετά µε την πρώτη τεχνική. Τα σκαθάρια, είναι όπως γνωρίζουµε λαίµαργα ψάρια, που προτιµούν την ποσότητα από την ποιότητα. Δύσκολα αντιστέκονται στη θέα ενός µεγάλου και χορταστικού δολώµατος. Πόσο µάλλον όταν αυτό το χορταστικό δόλωµα είναι και αρίστης ποιότητας!
Όµως, αν και ένα µεγάλο κοµµάτι καλαµάρι τοποθετείται εύκολα σε ένα συνηθισµένο τένυα, δύσκολα µπορούµε να το προσφέρουµε µε µια απλή αρµατωσιά καθετής. Από την άλλη, πρέπει να βάλουµε και έναν στόχο στο ψάρεµά µας. Μας απασχολεί να πιάσουµε πολλά και µικρά ψάρια, ή λίγα και εκλεκτά; Αν απευθυνθούµε στα πολλά και µικρά, τότε η καθετή µας ταιριάζει καλύτερα. Αν όµως θέλουµε τα λίγα και εκλεκτά, τότε το τένυα ταιριάζει κουτί στο σκοπό µας. Η πλούσια δολωµένη µπουκιά, κοντά στο πολύχρωµο βαρίδι που κατεβαίνει στο βυθό χωρίς άλλα παρελκόµενα κοντά του, προσελκύει από αρκετά µακριά τα µεγάλα σκαθάρια (προφανώς και τα µικρά). Τα ωθεί να ορµήσουν και να την αρπάξουν. Ο γρηγορότερος «κερδίζει», και αυτός είναι συνήθως ο «αρχηγός» του κοπαδιού. Δηλαδή το µεγαλύτερο από τα σκαθάρια της περιοχής.
Όπως παρατηρείτε στις περισσότερες φωτογραφίες που συνοδεύουν το άρθρο, το τένυά µας έχει παράµαλλο µε λεπτό νήµα, και όχι πετονιά. Γιατί προτιµούµε όµως το νήµα αντί της πετονιάς; Η απάντηση είναι απλή: επειδή τα ψάρια στα οποία απευθυνόµαστε είναι µεγάλα και υπάρχει πιθανότητας φθοράς της πετονιάς από τα δόντια του ψαριού. Το νήµα µπορεί να µας γλιτώσει από τις «κακοτοπιές». Επίσης, αν και αναζητούµε τα µεγάλα σκαθάρια, δεν είναι δύσκολο να έρθει και να αρπάξει το δόλωµά µας ένα µεγάλο τσαούσι, ένα φαγκρί, ένας ροφός, ή ένας βλάχος.
Καλύτερα να είµαστε λοιπόν προετοιµασµένοι για αυτήν την επίθεση. Να έχουµε λάβει τις προφυλάξεις µας, παρά να µεµψιµοιρούµε επειδή δεν καλύψαµε κάθε πιθανότητα. Εξάλλου, το λεπτό νήµα που χρησιµοποιούµε στο παραµαλλάκι µας έχει περισσότερη ευλυγισία από την πετονιά. Παρουσιάζει το δόλωµά µας µε πιο φυσικό τρόπο στο νερό.
• Η πρώτη επιλογή σχετίζεται στενά µε το χρησιµοποιούµενο βάρος, το οποίο εξαρτάται από το βάθος και το ρεύµα που επικρατεί. Εµείς επιθυµούµε βασικά ένα µικρότερο βάρος, αρκεί να κατεβαίνει σχετικά γρήγορα στο βυθό. Έτσι, σε έναν τόπο χωρίς ρεύµατα µε βάθος 50-60 µέτρα, ένα βάρος 50 γραµµάρια είναι υπεραρκετό, ενώ στα 100-120 µέτρα, κρίνονται ως ικανοποιητικά τα 75 γρ. Όµως, αν υπάρχουν ρεύµατα ή το σκάφος µας ξεσέρνει, τότε τα 75 γραµµάρια µπορεί να είναι λίγα ακόµα και στα 50-60 µέτρα. Ενώ στα 100-120 ίσως να µην µπορούµε να ψαρέψουµε καν.
• Το µέγεθος των αγκιστριών είναι το δεύτερο κριτήριο επιλογής. Θα πρέπει να είναι ανάλογο των ψαριών στα οποία απευθυνόµαστε. Συνήθως, έχει µεγαλύτερη σηµασία το µεγάλο σταθερό στο βαρίδι. Αφού το δεύτερο, το µικρότερο στο παραµαλλάκι, µπορούµε εύκολα να το αντικαταστήσουµε.
• Το σχήµα του τένυα µπορεί να έχει τη σηµασία του στα ρηχότερα σηµεία όπου θέλουµε κατά κάποιο τρόπο να κάθεται στο βυθό. Αυτό µπορεί να επιτευχθεί µε τις διάφορες επίπεδες εσοχές τις οποίες διαθέτει. Στα βαθύτερα σηµεία αυτό δε µας απασχολεί ιδιαίτερα. Θα προτιµούσαµε ένα υδροδυναµικότερο σχήµα (σφαιρικό), από ένα ακανόνιστο, µε πολλές προεξοχές. Στα βάθη των 60-120 µέτρων, τα πιο συνηθισµένα για αναζήτηση µεγάλων σκαθαριών. Θα λέγαµε ότι ένα σφαιρικό σχήµα πιεσµένο στα δύο άκρα (µε πιο κωνικό το σηµείο καθόδου) θα ήταν το ιδανικότερο.
• Τελευταίο θα κοιτάξουµε το χρωµατισµό του τένυα, αφού µάλλον έχει µικρή σηµασία. Συνήθως κόκκινοι, µπλε και ασηµί-χρυσαφί χρωµατισµοί έχουν κάποιο µικρότερο προβάδισµα. Όµως µε αυτό θα ασχοληθούµε αν υπάρχουν διαθέσιµες χρωµατικές επιλογές στα επιλεγµένα τένυα (βάρος, αγκίστρια, σχήµα).
• Στα βαθύτερα σηµεία, ένα µικρό µατάκι σε κάθε πλευρά ίσως κάνει την κάθοδό του πιο αισθητή στα ψάρια της περιοχής. Ίσως µας δώσει κάποια επιπλέον τσιµπήµατα.
Λοιπός εξοπλισµός
Το λεπτό νήµα στο µηχανισµό, είναι το βασικότερο για να κατεβαίνει το τένυά µας µε µικρότερο βάρος και γρηγορότερα στο βυθό, και µε αυτό θα ξεκινήσουµε. Θα επιλέξουµε, λοιπόν, ένα ποιοτικό νήµα µικρής διατοµής (0,14 χιλιοστά το µέγιστο) και πάνω σε αυτό θα «παντρέψουµε» µηχανισµό και καλάµι. Ένας σαραντάρης µηχανισµός είναι ικανοποιητικός, ενώ ένα καλαµάκι καθετής µε δυνατότητα χειρισµού βαρών ανάλογων των γραµµαρίων του τένυα, Ή ένα καλάµι αποκλειστικά για τένυα (για τους πιο προχωρηµένους, αφού υπάρχουν αρκετά στην ελληνική αγορά), θα µας καλύψουν απόλυτα. Μια απόχη για να σιγουρεύουµε τα µεγαλύτερα ψάρια ή για να νιώθουµε εµείς γενικά πιο ασφαλείς, είναι καλό να υπάρχει. Ενώ ένα κοµµάτι fluorocarbon πετονιάς διαµέτρου 0,35-0,40 χιλιοστών, µε µήκος γύρω στα 2-3 µέτρα, χρειάζεται να τοποθετηθεί ανάµεσα στο νήµα και το τένυα. Συµπληρώνοντας τον εξοπλισµό µας.
Τρόπος ψαρέµατος
Οι τόποι µε τα µεγάλα σκαθάρια είναι συγκεκριµένοι, και η γνώση τους αποτελεί µεγάλο ατού για την επιτυχία µας. Μεσοπέλαγες ξέρες, κοφτοί κάβοι, ναυάγια, απότοµα ανασηκώµατα σε επίπεδο βυθό, αποτελούν τα βασικά σηµεία ενδιαφέροντος. Αφού τα εντοπίσουµε µε το βυθόµετρά µας, θα επιχειρήσουµε να τα ψαρέψουµε είτε φουνταριστά (αν το ψάρεµά µας είναι πολύωρο και συγκεκριµένο), είτε απίκο, αν επιθυµούµε να επισκεφθούµε και άλλους τόπους πιο πέρα.
Το φουντάρισµα θα γίνει προσεκτικά, αφού έχουµε µελετήσει τη φορά του ρεύµατος, και ρίχνοντας την άγκυρά µας αρκετά πιο µπροστά από τον τόπο. Πάντα προς τη φορά του ρεύµατος (δες σκίτσα). Αν ψαρέψουµε απίκο, τότε θα ρίξουµε το δόλωµά µας λίγο πιο µπροστά από τον τόπο. Κόντρα στην κατεύθυνση του ρεύµατος, ενώ σε περίπτωση που µας ξεσέρνει ο καιρός, θα προσπαθήσουµε µε τη βοήθεια της µηχανής να έχουµε το δόλωµά µας συνεχώς -σχεδόν- κάτω από το σκάφος.
Οι τσιµπιές των σκαθαριών είναι έντονες και συνεχόµενες, αφού όταν έχουν όρεξη πέφτουν κοπαδιαστά πάνω στο δόλωµα. Το κάθε ψάρι προσπαθεί να αρπάξει όση µεγαλύτερη µερίδα µπορεί. Εµείς παρατηρούµε τις τσιµπιές, και καρφώνουµε σε κάποια ιδιαίτερα δυνατή ή όταν καταλάβουµε ότι κάτι αγκιστρώθηκε. Τυλίγουµε σταθερά νήµα στο µηχανισµό µας χωρίς ιδιαίτερα σταµατήµατα. Έχοντας φροντίσει τα φρένα µας να δίνουν κάποια περιθώρια στα κεφάλια του ψαριού, ώστε να αποφύγουµε το σπάσιµο του παράµαλλου. Μόλις το ψάρι έρθει κοντά το αποχιάζουµε, και στη συνέχεια το ανεβάζουµε µε ασφάλεια στο σκάφος.
Κάποιες φορές όταν τα ψάρια είναι ανόρεκτα, µπορούµε να ανασηκώσουµε το δόλωµα από το βυθό και να το σύρουµε ελαφρά, ώστε να τα δελεάσουµε να τσιµπήσουν. Επίσης, η µεγαλύτερη δολωσιά µπορεί να είναι ένας ακόµα τρόπος προσέλκυσης, και θα εφαρµοστεί όταν η κανονική σταµατήσει να προσελκύει. Τέλος, µην ξεχνάτε ότι υπάρχουν οι «καλές» ώρες όπου τα σκαθάρια τσιµπούν µε «µανία». Και δεν πρέπει να τις χάνουµε. Οι ώρες αυτές είναι το σούρουπο και το ξηµέρωµα. Αν µπορούµε να είµαστε στον τόπο αυτές τις ώρες, εφοδιασµένοι µε φρέσκο δόλωµα, τότε η επιτυχία µας είναι σχεδόν βέβαιη.
Τρόπος δόλωσης
Το ζητούµενο είναι η µεγάλη µπουκιά να στρώνει όµορφα στα αγκίστριά µας. Η δολωσιά µας µπορεί να είναι είτε µια µεγάλη µακρόστενη λωρίδα καλαµαριού, ή ένα πλοκάµι δολωµένο συγχρόνως και στα δυο αγκίστρια του τένυα (µεγάλο και µικρό). Ή δυο διαφορετικά κοµµάτια καλαµαριού. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται ώστε το σύνολο να παρουσιάζεται ενιαίο. Να µπορεί να πιαστεί ακόµα και το µικρότερο ψάρι που θα αρπάξει το µικρότερο κοµµάτι δολώµατος. Ή την άκρη του στο µικρό αγκίστρι, αλλά και το οποιοδήποτε µεγάλο θα προσπαθήσει να καταπιεί όλο το δόλωµα και να πιαστεί και από τα δυο αγκίστρια.
Για να πετύχουµε αυτήν την οµοιόµορφη παρουσίαση του δολώµατος και να δώσουµε µεγαλύτερες πιθανότητες σύλληψης ψαριών, είτε τυλίγουµε ένα τµήµα του µικρού παράµαλλου στο µεγάλο αγκίστρι (δες µονοκόµµατη δολωσιά), είτε περνάµε το µικρό αγκίστρι στο τελείωµα της πρώτης δολωσιάς, όταν ακολουθεί άλλη, διπλή (δες διπλή δολωσιά).