Στη Κύπρο ξεκίνησε το πρώτο οργανωμένο ψάρεμα του λεοντόψαρου, με στόχο την εξολόθρευση του και την βοήθεια εξοπλισμού αυτόνομης κατάδυσης.
Μετά από πολλαπλασιασμό του αριθμού τους τα τελευταία χρόνια, το λεοντόψαρο απειλεί το μεσογειακό οικοσύστημα, αφού δεν έχει φυσικούς εχθρούς, και επιβάλλεται στο περιβάλλον αποτελώντας ένα από τα πιο χωροκατακτητικά είδη.
Μιλώντας στον Guardian, ο καθηγητής Jason Hall-Spencer, θαλάσσιος βιολόγος, εξήγησε πως, αν και είναι νόστιμα ψάρια, το πρόβλημα είναι ότι δεν αποτελούν μέρος του φυσικού οικοσυστήματος και τα βλέπουμε σε μεγάλες αναλογίες. Επεσήμανε, παράλληλα, πως θεωρεί τα λεοντόψαρα ως τη μόνη μεγαλύτερη απειλή για τη βιοποικιλότητα της περιοχής.
«Δεν μπορώ να υπερβάλλω πόσο σοβαρό είναι αυτό το πρόβλημα για ολόκληρη τη Μεσόγειο», ανέφερε, τονίζοντας τον κίνδυνο καταστροφής του οικοσυστήματος και εξαφάνισης ειδών. «Τα λεοντόψαρα είναι τα πιο επιβλαβή επιθετικά ψάρια που έχουμε δει ποτέ. Εάν δεν ληφθούν μέτρα, θα υπάρξουν διαρκείς περιβαλλοντικές και οικονομικές ζημίες».
Είναι οπλισμένα με δηλητηριώδη ραχιαία σπονδυλική στήλη, που τους επιτρέπει να αποτρέπουν τα αρπακτικά και είναι συνηθισμένα να ζούνε στα ζεστά τροπικά νερά του Νότιου Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού. Σχεδόν πριν από δύο δεκαετίες, τα μη-ιθαγενή τροπικά ψάρια άρχισαν να εισέρχονται στα ύδατα των ΗΠΑ, εμφανίζονται στον Ατλαντικό, αφού οι ιδιοκτήτες pet shops άρχισαν να ρίχνουν λεοντόψαρα από τα ενυδρεία στη θάλασσα.. Τώρα έχουν φτάσει στην Ευρώπη. Το 2012, μετά από αρχικά σημάδια ύπαρξης στην Τουρκία, το Ισραήλ και τον Λίβανο, εντοπίστηκαν και στ’ ανοικτά της Κύπρου. Τρία χρόνια αργότερα εμφανίστηκαν πιο νότια, στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Τυνησία.
«Καθώς οι αριθμοί πολλαπλασιάζονται, οι φόβοι για το οικοσυστήματα της Μεσογείου πολλαπλασιάζονται επίσης, την ίδια ώρα που υπάρχουν προβλήματα με τη ρύπανση, τον τουρισμό και την υπερεκμετάλλευση. Στην ΕΕ, η Κύπρος έχει καταστεί “η πρώτη γραμμή άμυνας” κατά της εισβολής λεοντόψαρων», αναφέρει το δημοσίευμα.
Με την αυξανόμενη ένδειξη της ικανότητας του συγκεκριμένου είδους να απομακρύνουν άλλα ψάρια, η κυπριακή κυβέρνηση έχει προσεγγίσει όλο και περισσότερο την ιδέα των οργανωμένων θανατώσεων – αναγνωρίζοντας ότι, εάν δεν τεθούν υπό έλεγχο, τα λεοντόψαρα θα επηρεάσουν την εμπορική αλιεία.
Ο Νικόλας Μιχαηλίδης τού Τμήματος Αλιείας και υποθαλάσσιας Έρευνας στη Λευκωσία είπε πως, αν οι θανατώσεις αποδειχθούν ένα αποτελεσματικό εργαλείο στη διαχείριση του προβλήματος, θα το εφαρμόσουμε στα σίγουρα. Είναι παράνομο στην Κύπρο να κυνηγάς με εξοπλισμό κατάδυσης, αλλά σε αυτή την περίπτωση θα το επιτρέψουμε. Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν ανησυχούμε».
Μπορεί μέχρι στιγμής, αναφέρει το άρθρο, να μην υπήρξαν θανάσιμα περιστατικά, ωστόσο η ανθρώπινη επαφή με το δηλητήριο από τα δίχτυα των ψαράδων είναι αρκετά επίπονη.
Η πρώτη επιχείρηση θανάτωσης πραγματοποιήθηκε την Κυριακή, σε προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή στο Κάβο Γκρέκο.
«Το σχέδιο είναι παρόμοιες θανατώσεις να πραγματοποιούνται δύο φορές τον μήνα, τα επόμενα δύο χρόνια», δήλωσε ο Περικλής Κλείτου, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Plymouth, ο οποίος συμβάλλει στον συντονισμό του σχεδίου απομάκρυνσης. «Είμαστε πρόθυμοι να ενθαρρύνουμε τους τοπικούς ψαράδες και δύτες να εμπλακούν [στο κυνήγι].
Το λεοντόψαρο, όπως είπε, όχι μόνο δεν είχε φυσικούς εχθρούς, αλλά οι εργαστηριακές ανατομές είχαν αποδείξει ότι έχουν επίσης άγριες ορέξεις. «Τρώνε τα πάντα. Η καταστροφή αυτού του χωροκατακτητικού είδους είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος να μειωθεί ο αριθμός τους και να εξασφαλιστεί ότι οι προστατευόμενες περιοχές θα συνεχίσουν να αναγεννούνται».
Εκτός από τις ομάδες δράσης για την απομάκρυνση, αναπτύχθηκαν πλατφόρμες επιτήρησης για την παρακολούθηση των λεοντόψαρων, στο πλαίσιο του προγράμματος που χρηματοδοτείται από την ΕΕ: «Αυτό είναι ένα περιφερειακό πρόβλημα και οι γνώσεις μας θα μεταφερθούν και θα αναπαραχθούν στις γύρω χώρες», δήλωσε ο κ. Κλέιτου στη βρετανική εφημερίδα.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη και η αύξηση των θερμοκρασιών στη θάλασσα ενθάρρυναν την εισβολή. Σχετική έκθεση που καταρτίστηκε από το Ερευνητικό Εργαστήριο Θαλάσσης & Περιβάλλοντος της Λεμεσού με το Hall-Spencer, σημείωσε ότι το είδος Ινδο-Ειρηνικού είχε αποικίσει σχεδόν ολόκληρη τη νοτιοανατολική ακτή της Κύπρου “μέσα σε ένα χρόνο … με τη βοήθεια της θέρμανσης της θάλασσας”.