Σπουδαίο χάλκινο άγαλμα της Ελληνιστικής εποχής, που παριστάνει γυναικεία μορφή ανασύρθηκε από τα δίχτυα τούρκων ψαράδων στη θάλασσα της Μαρμαρίδας.
Το άγαλμα έχει ύψος 2 μέτρων και βάρος 300 κιλών, όπως αναφέρεται και είναι ακέφαλο. Παρ΄όλα αυτά ο αγαλματικός τύπος του είναι γνωστός ως τύπος της «Μεγάλης Ηρακλειώτισσας». Αντίστοιχο ολόκληρο άγαλμα μάλιστα είναι η περίφημη Κυρά της Καλύμνου, που επίσης είχε ανασυρθεί από τη θάλασσα το 1995, από ψαράδες Έλληνες στα ανοιχτά του νησιού και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο του.
Οι ψαράδες, που είχαν ξεκινήσει από το Μπόντρουμ (Αλικαρνασσός) τράβηξαν τα δίχτυα τους από βάθος 50 μέτρων, όπως είπαν οι ίδιοι, όταν διαπίστωσαν ότι το βάρος ήταν υπερβολικά μεγάλο, έτσι πίστεψαν ότι είχαν κάνει μια καλή ψαριά. Τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν το άγαλμα, το οποίο ανέβασαν στη βάρκα τους και ενημέρωσαν τις αρχές. Στη συνέχεια χρειάστηκε όχημα με γερανό προκειμένου να το μεταφέρει στη Διεύθυνση Μουσείων Μαρμαρίδας, όπου και βρίσκεται.
Παρότι ο τύπος του όμως είναι γνωστός και συνδέεται φυσικά με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό που άκμασε στα παράλια της Μικράς Ασίας οι τούρκοι αρχαιολόγοι δεν το έχουν χρονολογήσει ως αυτή τη στιγμή.
Η «Κυρά της Καλύμνου» είναι επίσης υπερμεγέθης, με ύψος 1,98 μέτρων. Η γυναικεία μορφή φορά ποδήρη χιτώνα και καλύπτεται ολόκληρη από ιμάτιο (και στο κεφάλι), ενώ αποκαλύπτεται το ένα χέρι της, καθώς βγαίνει μέσα από το ένδυμα. Μετά την ανάσυρσή της από τη θάλασσα είχε παραμείνει επί είκοσι μήνες σε ειδική δεξαμενή αφαλάτωσης στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων για την προστασία και τη διατήρηση του χαλκού και εν συνεχεία μεταφέρθηκε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο για συντήρηση. Εκτέθηκε μάλιστα για ένα διάστημα στο ΕΑΜ ώσπου να αποφασιστεί τελικώς η μεταφορά της στην Κάλυμνο.
Να σημειωθεί, ότι χάλκινα αγάλματα έχουν διασωθεί πολύ λίγα από την αρχαιότητα, λόγω του ότι το υλικό τους, ο χαλκός χρησιμοποιούνταν σε δεύτερη χρήση στα μεταγενέστερα χρόνια. Κυρίως έτσι, ανακαλύπτονται στη θάλασσα κι αυτό, γιατί το πλοίο που προφανώς τα μετέφερε, είχε ναυαγήσει. Είναι γνωστό άλλωστε, ότι η μεταφορά – κλοπή αρχαιοτήτων από τους τόπους τους βρισκόταν σε μεγάλη άνθηση ήδη από τη Ρωμαϊκή.
Πηγή: mononews.gr